Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Το 1907 διορίζεται υπαστυνόμους στη Σκόπελο,Ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσάριου:

Ο Ιωάννης Βελισσάριου γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1861 στη Ρουμανία από Κυμαίο πατέρα. Αποφοίτησε ανθυπολοχαγός από τη σχολή υπαξιωματικών και διακρίθηκε τόσο στον Α’ όσο και στον Β’ Βαλκανικό πόλεμο όπου και σκοτώθηκε ηρωικά μαχώμενος με τον βαθμό του ταγματάρχη την 12η Ιουλίου του 1913. Από πολύ νέος άρχισε να διαβάζει διάφορα συγγράμματα, που είχαν σχέση με την Ελληνική Επανάσταση και να εμπνέεται από τα επαναστατικά θούρια του Ρήγα. Έκανε γυμναστική και ασταμάτητα μελετούσε ιστορικά, αρχαιολογικά και στρατιωτικά έργα, είχε δε μια έμφυτη κλίσξη στη γλωσσομάθεια. Σε ηλικία 16 ετών εγκαταλείπει τη Ρουμανία για να έλθει νέος ακόμα να καταταγεί ως εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό και να υπηρετήσει την πατρίδα
του, γεγονός το οποίο δεν πραγματοποιείται, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Αναγκάζεται τότε να καταφύγει στην Αίγυπτο, όπου θα εισέλθει σε Γαλλικό Κολέγιο για μια τριετία και ύστερα θα επανέλθει στην Αθήνα, όπου και κατατάσσεται ως εθελοντής. Γίνεται δεκτός στο Τάγμα Πεζικού Μαυρομιχάλη, το οποίο αποτελούσαν ορεσίβιοι, εύσωμοι και σκληραγωγημένοι νέοι, επιλεγμένοι ειδικά από το διοικητή τους, ενώ διδάσκει και γαλλικά στο διοικητή του. Μετά τη συμπλήρωση του απαραίτητου χρόνου υπηρεσίας ως εθελοντής, μπαίνει στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία αποφοιτά με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του Πεζικού το 1887. Στους Βαλκανικούς πολέμους συνήθιζε να καβαλάει ένα μεγαλόπρεπο μαύρο άλογο, για αυτό και πήρε το προσωνύμιο “Μαύρος Καβαλάρης”. Ήταν από τη φύση του πνεύμα ανήσυχο, με εξαιρετικές διοικητικές ικανότητες, ενώ το παρουσιαστικό του ήταν μεγαλοπρεπές και επιβλητικό. Με το βαθμό του ανθυπολοχαγού από το 1887, λαμβάνει μέρος στον ατυχή πόλεμο του 1897. Κατέχει με διμοιρία ανώνυμο οχύρωμα στη διάβαση της Μελούνας, όπου πολεμά γενναία και δεν υποχωρεί, παρά μόνο όταν του έστειλαν γραπτή διαταγή. Στη μάχη της Δερβέν-Φούρκας στις 7 Μαΐου 1897, με τη δύναμη του 3ου Λόχου του 5ου Συντάγματος καλύπτει την υποχώρηση των ελληνικών τμημάτων. Το 1898 προάγεται σε υπολοχαγό και το 1905 σε λοχαγό. Την ίδια περίοδο βάζει υποψηφιότητα για βουλευτής στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κύμη, με μοναδικό σκοπό να πολεμήσει τη φαυλοκρατία, όπως έλεγε. Ευθύς όμως σαν χαρακτήρας, στους προεκλογικούς του λόγους δεν υποσχόταν θέσεις και παράνομες παραχωρήσεις, αλλά εφαρμογή του νόμου, κοινωνική δικαιοσύνη και ισοπολιτεία, με αποτέλεσμα να καταψηφισθεί από άλλο συνυποψήφιο αξιωματικό του Ιππικού, ο οποίος αφειδώς σκόρπιζε υποσχέσεις, που δεν εκπλήρωσε. Το 1907 διορίζεται υπαστυνόμους στη Σκόπελο, όπου παντρεύεται και τη Χαρίκλεια, με την οποία θα αποκτήσει ένα γιο, ο οποίος όμως θα πεθάνει σε ηλικία 2 χρονών. Το 1910 προάγεται στο βαθμό του ταγματάρχη και στις επαναστατικές κινήσεις αξιωματικών για την αλλαγή της πολιτικής συμμετείχε και ενέκρινε την πολιτική της αλλαγής. Συνετέλεσε δε στην αναίμακτη επικράτηση του κινήματος γιατί, ως φρούραρχος του Στρατοπέδου στο Γουδί, ήταν αντίθετος σε κάθε εξτρεμιστική πράξη ορισμένων μελών του Συνδέσμου, τον οποίο αποτελούσαν κατώτεροι αξιωματικοί υπό την αρχηγία του συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά. Α΄Βαλκανικός πόλεμος Η Ελλάδα ταπεινωμένη στον πόλεμο του 1897 και εξουθενωμένη από τις πολιτικές διαμάχες, συνήλθε και ανασυγκροτήθηκε το 1910 κάτω από την ηγεσία του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος την προετοίμασε για νέα εξόρμηση, εθνική ανάταση και απελευθέρωση των αλύτρωτων αδελφών της Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης, των νησιών της Μικράς Ασίας. Έτσι δημιουργείται η Βαλκανική Συμμαχία εναντίον των Τούρκων τον Οκτώβριο του 1912. Οχτώ Μεραρχίες από ελληνικής πλευράς επιτέθηκαν εναντίον των Τούρκων στην Ελασσόνα και μετά στα στενά του Σαραντάπορου. Ο Βελισσαρίου τότε υπηρετούσε ως διοικητής του 3ου Τάγματος του IV Συντάγματος Πεζικού. Κατά τη μάχη του Σαραντάπορου, το τάγμα του Βελισσαρίου, ήταν σε εφεδρεία, αλλά κατά την επίθεση βρέθηκε στην πρώτη τη γραμμή. Η μάχη ήταν επιτυχής, όμως λόγω διαφωνιών του Ιωάννη Βελισσαρίου με τον συνταγματάρχη Παπακυριαζή, ο Βελισσάριος ζήτησε από τον επιτελάρχη Δουσμάνη να αλλάξει Σύνταγμα και έτσι ανέλαβε διοικητής του 9ου Τάγματος Ευζώνων του 1/38 Συντάγματος. Με τη νέα του μονάδα επιβιβάζεται στα πλοία και στις 26 Δεκεμβριου 1912, αποβιβάζεται στην Πρέβεζα. Στις 3 Ιανουαρίου φτάνει στο Καλέντζι, όπου και καταλαμβάνει αμέσως το δεξιό άκρο της όλης παράταξης της Στρατιάς Ηπείρου κοντά στο χωριό Λάζαιαν, το οποίο βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Αετοράχης. Ο αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης ήταν η κατάληψη του οχυρού Μπιζάνι, από την κατάληψη του οποίου έπεφτε αυτόματα και η πόλη των Ιωαννίνων. Οι τελευταίες ξεκίνησαν από τις αρχές Δεκεμβρίου του 1912 και συνεχίστηκαν και το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου του 1913, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Μάλιστα στη διάρκεια της μάχης ο Βελισσαρίου τραυματίστηκε στο πόδι και χωρίς να κατέβει από το άλογο αφαίρεσε τη μπότα, για να του δέσουν πρόχειρα το τραύμα και να επανέλθει στη μάχη. Μετά την αποτυχία των παραπάνω επιχειρήσεων, στις16 Φεβρουαρίου, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε διαταγές για νέα επίθεση ενάντια στα Ιωάννινα. Σύμφωνα με το σχέδιο των επιχειρήσεων η κύρια ενέργεια θα εκδηλωνόταν από τα δυτικά, με το Β΄ Τμήμα Στρατιάς, με σκοπό την υπερκέραση του Μπιζανίου, ενώ ταυτόχρονα από το κέντρο και τα ανατολικά θα εκδηλωνόταν παραπλανητική επίθεση, με ισχυρή προπαρασκευή πυροβολικού. Ο Βελισσαρίου όμως είχε εξαντληθεί από την αιμορραγία και δεν μπορούσε να συνεχίσει, για αυτό και διακομίστηκε στο νοσοκομείο. Το Β΄ Τμήμα Στρατιάς, προκειμένου να εκπληρώσει την αποστολή του αποφασίστηκε να κινηθεί σε τρεις φάλαγγες (1η, 2η και 3η). Η 2η Φάλαγγα με αφετηρία τα στενά της Μανολιάσας, όπου είχε μετακινηθεί, ανέλαβε να προελάσει προς το ύψωμα Άγιος Νικόλαος και στη συνέχεια προς το χωριό Πεδινή. Το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων, με τα 8ο και 9ο Τάγματα, μαζί με το 1/17 Τάγμα Πεζικού αποτελούσε την εμπροσθοφυλακή της 2ης Φάλαγγας. Με τα δύο Τάγματα Ευζώνων ανεπτυγμένα εμπρός και το 1/17 πίσω ως εφεδρεία, περί τις 07.45 ξεκίνησε η προέλαση. Μετά από σκληρές μάχες και με τους άνδρες του βουτηγμένους μέχρι το γόνατο στους βούρκους της περιοχής ο Βελισσαρίου κατάφερε να διεισδύσει ανάμεσα σε τρία τουρκικά οχυρά που ακόμη δεν είχαν παραδοθεί (οχυρά Χιντζηρέλου, Μπιζανίου και Καστρίτσας) και μαζί με τον Ιατρίδη και το τάγμα του κατέλαβε το χωριό Άγιος Ιωάννης, συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύοντας μεγάλες ποσότητες εχθρικού υλικού. Τα δύο τάγματα εγκατέστησαν άμεσα προφυλακές και έκοψαν τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά καλώδια, διακόπτοντας την επικοινωνία των Ιωαννίνων με το Μπιζάνι. Την υπόλοιπη νύκτα οι άνδρες των δύο ταγμάτων αιχμαλώτισαν 37 αξιωματικούς και 935 οπλίτες του Τουρκικού Στρατού που υποχωρούσαν και διέρχονταν από την περιοχή, χωρίς να γνωρίζουν τη διείσδυση των ευζώνων του Βελισσαρίου και του Ιατρίδη, ενώ ταυτόχρονα προώθησαν τις θέσεις τους προς τα Γιάννενα. Περί τις 23.00 της 20ης Φεβρουαρίου ο Βελισσαρίου διέκρινε δύο πολύ μεγάλους φανούς πίσω από του οποίους σύντομα εμφανίστηκαν ο επίσκοπος Δωδώνης, ο Τούρκος υπολοχαγός Ρεούφ και ο επίσης Τούρκος ανθυπολοχαγός Ταλαάτ, οι οποίοι έφερναν επιστολή των ξένων προξένων και του Εσατ Πασσά με τις προτάσεις για παράδοση των Ιωαννίνων. Η παράτολμη ενέργεια των Βελισσαρίου και Ιατρίδη, έκανε τους Τούρκους να πιστέψουν πως έξω από τα Ιωάννινα είχε συγκεντρωθεί μεγάλη ελληνική δύναμη και άρα κάθε αντίσταση ήταν μάταιη! Β΄Βαλκανικός πόλεμος Οι Βούλγαροι είχαν ήδη αρχίσει τις εχθροπραξίες στη Θεσσαλονίκη. Ενώ νέες πολύνεκρες μάζες γίνονται βόρεια της πόλης, όπου ο και ο στρατός της Ηπείρου βρίσκεται εκεί. Στις 19 Ιουνίου 1913 έχει ήδη αρχίσει η μάζη Κιλκίς-Λαχανά. Έτσι το 9ο Τάγμα με επικεφαλής τον Βελισσαρίου, ως εμπροσθοφυλακή, προχωρεί τη 12η ώρα και καταλαμβάνει τα Στεφάνια και τη 14η το Λευκοχώρι και το Καρατζάκιο. Τα ξημερώματα στις 20 Ιουνίου κατέλαβε τη Ξυλούπολη και την 11η ώρα κατευθύνθηκε προς το Λαχανά. Αμέσως μετά μαζί με τον 1ο λόχο του 4ου Συντάγματος Πεζικού (υπό τον λοχαγό Γεώργιο Ζήρα) ξεκίνησαν καταδίωξη των υποχωρούντων Βούλγαρων , χωρίς να τους δώσουν χρόνο για να ανασυνταχθούν και να εγκατασταθούν αμυντικά στα παρακείμενα υψώματα, προκαλώντας τους τον πανικό. Κατά τη διάρκεια των ίδιων επιχειρήσεων, στις 26 Ιουνίου, η Στρατιά Μανουσογιαννάκη κινούμενη, για την κατάληψη του Μπέλες, από Τσαφερλή προς Χατζή Μπειλίκ, ανέθεσε στην VIη Μεραρχία να καταλάβει με τάγμα της τη δίοδο του Δεμίρ Καπού («Σιδηρά Πύλη», στα τουρκικά). Το τάγμα που εκλήθη να φέρει σε πέρας την αποστολή ήταν το 9ο Τάγμα Ευζώνων, του Βελισσαρίου. Η τελευταία μάχη του πολέμου και ο θάνατος του Βελισσαρίου Στη νέα φάση των αγώνων του Έθνους, αδιάκοπα από τις 19 Ιουνίου μέχρι και τις 7 Ιουλίου μαχόμενος βρίσκεται πριν από τα στενά της Κρέσνας. Στις 12 Ιουλίου 1913 η VIη Μεραρχία, συμμετέχοντας με άλλες δυνάμεις στη μάχη της Κρέσνας ανέλαβε από το Γενικό Στρατηγείο την αποστολή να ωθήσει το αριστερό της προς Ουράνοβο για να κυκλώσει το άκρο της αμυνόμενης βουλγαρικής παράταξης. Σύντομα, με τον τρόπο που εξελίχθηκαν οι μάχες, τον ρόλο εμπροσθοφυλακής ανέλαβε το 9ο Τάγμα Ευζώνων του Βελισσαρίου. Κατά τη διάρκεια της μάχης για την κατάληψη του υψώματος 1378, στο οποίο είχαν εγκατασταθεί αμυντικά οι βουλγαρικές δυνάμεις, ο Βελισσαρίου και οι άνδρες του αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση, ενώ οι απώλειες των ελληνικών δυνάμεων ήταν μεγάλες. Στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης (και αφού προηγουμένως είχε πολεμήσει με πέτρες και βράχους τους Βουλγάρους, λόγω έλλειψης πυρομαχικών) ο Βελισσαρίου σηκώθηκε όρθιος και κραδαίνοντας το περίστροφό του φώναξε ώστε να ακουστεί από όλους: «Όποιος θέλει την νίκη ή αλλιώς τον θάνατο ας με ακολουθήσει» και πρώτος άρχισε να τρέχει προς τον εχθρό. Πίσω του, συνεπαρμένοι από τον ηρωισμό του διοικητή τους, όρμησαν οι εύζωνοί του. Το θεριστικό πυρ των εχθρικών πολυβόλων προκάλεσε μεγάλες απώλειες στο τάγμα, το οποίο όμως συνέχιζε να πολεμά. Κάποια στιγμή ο ταγματάρχης Βελισσαρίου τραυματισμένος έπεσε στο έδαφος. Σύντομα μεταφέρθηκε σε κάποιο ορεινό χειρουργείο, στο οποίο άφησε την τελευταία του πνοή. Όταν ο Βασιλιάς πληροφορήθηκε το θάνατό του λέγεται πως είπε: «Ήταν επόμενο. Τέτοιοι ήρωες δε ζουν πολύ». Στο συλλυπητήριο τηλεγράφημα που συνέταξε και απέστειλε προς τη σύζυγό του έγραφε τα εξής: «Χαιρετίζω τον Ήρωα των Ηρώων». Πηγή: Στρατιωτική Επιθεώρηση, Ο ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσάριος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger