Γράφει ο Νίκος από Βόλο
Πριν λίγες μόλις μέρες, πληροφορηθήκαμε από τον Τύπο την είδηση του θανάτου, σε ηλικία 95 ετών, του Θεσσαλού παλαιού νομικού και πολιτικού Βασίλη Μπρακατσούλα.
Καταγόταν από πολυμελή και φτωχή αγροτική οικογένεια και είχε γεννηθεί στο χωριό Κανάλια Καρδίτσας στις 5 Φεβρουαρίου 1929. Η περιοχή της Μαγνησίας γνώρισε τον Βασίλη Μπρακατσούλα, μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ στις 18 του Οκτώβρη 1981, γιατί αυτός διετέλεσε πρώτος στη σειρά νομάρχης Μαγνησίας του κόμματος του Ανδρέα Παπανδρέου ως το 1984.
Ήταν δηλαδή, όπως έλεγε τότε πολύς κόσμος στην περιοχή μας, ο πρώτος “νομάρχης της Αλλαγής”, μιας υπόθεσης στην οποία πολλοί τότε έλπιζαν και πίστευαν βαθιά. Σήμερα βεβαίως όχι μόνο εμείς οι κομμουνιστές, αλλά όλοι γνωρίζουμε πού και πώς τελικά κατέληξε η περίφημη αυτή υπόθεση της “Αλλαγής”, την οποία ανέμιζε ως σημαία του το ΠΑΣΟΚ της μεταπολίτευσης, καταφέρνοντας να συσπειρώσει κοντά του εκατομμύρια απλού, δημοκρατικού, προοδευτικού κι αριστερού κόσμου, και έτσι να πάρει την κυβερνητική εξουσία μετά από δεκαετίες διακυβέρνησης όλων των τάσεων της αντιδραστικής ελληνικής δεξιάς…
Σήμερα λοιπόν, σαράντα τρία σχεδόν χρόνια από τα γεγονότα του 1981, ο πρόσφατος αυτός θάνατος του καρδιτσιώτη παλιού πολιτικού μας δίνει την ευκαιρία να συλλογιστούμε και να κατανοήσουμε όλη εκείνη την εποχή των μεγάλων λαϊκών προσδοκιών που διαψεύστηκαν στο πέρασμα της δεκαετίας του 1980. Και να συνειδητοποιήσουμε πολύ καλά αυτό που όλοι μας έχουμε ακούσει και διαβάσει, για τη μεγάλη εκείνη αριστερή βάση του ΠΑΣΟΚ που το ανέβασε στα ύψη μετά τη λεγόμενη μεταπολίτευση του 1974.
Η περίπτωση του εκλιπόντος Βασίλη Μπρακατσούλα είναι, νομίζουμε, μια από τις πλέον χειροπιαστές αποδείξεις γι’ αυτό τον ισχυρισμό. Γιατί ο Βασίλης Μπρακατσούλας δεν ήταν κανένα δημιούργημα του μηχανισμού εξουσίας της αστικής τάξης της μεταπολίτευσης. Κάθε άλλο! Ήταν σημαίνων αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και του μεταπολεμικού αριστερού κινήματος της χώρας μας. Υπήρξε διακεκριμένο στέλεχος και βουλευτής της προδικτατορικής ΕΔΑ, και αποφασιστικός μαχητής εναντίον της αμερικανοκίνητης χούντας του 1967. Ένας καθόλου τυχαίος αγωνιστής της Αριστεράς, ο οποίος στα χρόνια ακριβώς της μεταπολίτευσης ακολούθησε το ριζοσπαστικό στις διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το γεγονός της απώλειας του Βασίλη Μπρακατσούλα έδωσε την αφορμή σε πολλούς νεώτερους στην ηλικία από τον ίδιο και τη γενιά του να πληροφορηθούν για έναν άνθρωπο με πολύ σημαντική δράση στο λαϊκό κίνημα σε χρόνια όπου όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα…
Τέτοιος ήταν ο εκλιπών. Από το βιογραφικό του σημείωμα, όπως το παρέθεσε η τοπική εφημερίδα του Βόλου “Μαγνησία”, επισημαίνουμε τα εξής:
“Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Το 1943, σε ηλικία 14 ετών, εντάχθηκε ως Αετόπουλο στην ΕΠΟΝ. Αργότερα εντάχθηκε στον χώρο της Αριστεράς και σύντομα αναδείχθηκε ως στέλεχος των οργανώσεων της νεολαίας και των φοιτητών.
Η πολιτική του δράση ξεκινά το Νοέμβριο του 1949 ενόψει των γενικών εκλογών της 5/3/1950, υποστηρίζοντας τη Δημοκρατική Παράταξη με ηγέτες τους Αλέξανδρο Σβώλο, Γιάννη Σοφιανόπουλο, Νεόκοσμο Γρηγοριάδη και Σταμάτη Χατζήμπεη. Αμέσως μετά τις εκλογές, εκλέγεται γενικός γραμματέας της Νεολαίας του κόμματος των Αριστερών Δημοκρατικών του Γιάννη Σοφιανόπουλου.
Στη συνέχεια μετείχε στην ίδρυση της ΕΔΑ υπό την ηγεσία του Γιάννη Πασαλίδη. Το 1951 εξελέγη μέλος της κεντρικής επιτροπής της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (Ε.Δ.Ν.Ε.) και επιμελήθηκε της υποψηφιότητας ως βουλευτή Λάρισας του παράνομου Νίκου Πλουμπίδη, μέλος του Π.Γ του ΚΚΕ.
Ο Μπρακατσούλας παρακολούθησε τη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του και συμμετείχε σε κινήσεις υπεράσπισης των κατηγορούμενων. Επίσης, ως τελειόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών συνελήφθη προς εκτόπιση τον Μάρτιο του 1952, διότι κατά το διατακτικό της σχετικής απόφασης «ηγήθη των διαδηλώσεων των φοιτητών της Αθήνας υπέρ της Ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα» και μετά ένα μήνα περίπου απολύθηκε ύστερα από έντονες διαμαρτυρίες των Κυπρίων φοιτητών και σχετικό διάβημα του Εθνάρχη της Κύπρου Μακαρίου. Τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις εκπλήρωσε στη Μακρόνησο υπό καθεστώς πειθαρχικής διαβίωσης, όπου βασανίστηκε και νοσηλεύθηκε στο 401 Σ.Ν.Α. (…)
Επί χρόνια πολλά υπερασπίσθηκε αφιλοκερδώς στα δικαστήρια και στις διοικητικές αρχές πολίτες που αγωνίζονταν για τις ιδέες και για δικαιώματά τους. Εκλέχθηκε βουλευτής Καρδίτσας με την ΕΔΑ το 1958 σε ηλικία 29 ετών, ο νεότερος τότε βουλευτής του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Τραυματίσθηκε σοβαρά στο κεφάλι ως βουλευτής της ΕΔΑ και υπέστη εγκεφαλική διάσειση από πλήγματα των αστυνομικών και παρακρατικών στην πλατεία Συντάγματος στις 15 Μαΐου 1961, διότι σε διαδήλωση υποστήριξε την αποφυλάκιση των κρατουμένων και νοσηλεύθηκε στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών.
Επίσης στις 15/10/1961 δέχτηκε στο χωρίο Αχλαδιά Καρδίτσας επίθεση από παρακρατικούς με πέτρες στο κεφάλι, υπέστη εγκεφαλική διάσειση και νοσηλεύθηκε στην Κλινική Χαρίτου στην Καρδίτσα. Ο ίδιος έλεγε πως την περίοδο των εκλογών του 1961 οργανώθηκαν εναντίον του άλλες τρεις δολοφονικές επιθέσεις, οι οποίες ωστόσο ματαιώθηκαν από αντιδράσεις και καταγγελίες πολιτών. Αργότερα αγωνίσθηκε ενάντια στη Χούντα των Συνταγματαρχών (1967-1974) από την οποία φυλακίσθηκε και εξορίσθηκε για τρία χρόνια στη Γυάρο και το Παρθένι της Λέρου. Αργότερα εκλέχθηκε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ άλλες τέσσερις φορές (1989, 1989, 1990 και 1993).”
Μήπως τώρα όλοι καταλαβαίνουμε για ποια εποχή και ποιους ανθρώπους γίνεται λόγος; Θα μου πείτε, με το δίκιο σας: μα μπορούν όλα αυτά σήμερα να δικαιώσουν την κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου μετά το 1981; Όχι βέβαια, κι ούτε υπάρχει κάποια τέτοια πρόθεση. Όποιος όμως θέλει να μπει βαθύτερα μέσα στην ιστορία αυτού του τόπου, δεν μπορεί να τα λησμονεί όλα αυτά που προηγήθηκαν.
Και κάνοντας, με αφορμή το θάνατο του Βασίλη Μπρακατσούλα, τον απολογισμό μίας ολόκληρης εποχής είναι βέβαιο για μας ότι οι ελπίδες μιας μεγάλης κοινωνικής αλλαγής, που πολλοί τότε τη φαντάστηκαν ως μια πορεία κοινοβουλευτικής επικράτησης των δυνάμεων του λαού (στις οποίες περιλάμβαναν και το ΠΑΣΟΚ και την “παραδοσιακή Αριστερά”) σίγουρα δεν είχαν γερή βάση και φυσικά δεν δικαιώθηκαν στη ζωή.
Η υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής δεν περνάει μέσα από κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Χρειάζεται η επαναστατική ανατροπή του σάπιου κοινωνικού συστήματος, η οικοδόμηση του σοσιαλισμού με βάση ένα νέο ολότελα κράτος, που να ανήκει στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Αυτές είναι ακλόνητες ιστορικές αλήθειες.
Μένοντας όμως για λίγο στο πλαίσιο της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας του τόπου μας με αφορμή το θάνατο του πρώτου “νομάρχη της Αλλαγής” στη Μαγνησία, δεν ξεχνάμε και τα παρακάτω πολύ βασικά δεδομένα του ζητήματος:
-Ότι στο κόμμα αυτό του Ανδρέα Παπανδρέου, που παρουσιάστηκε ως ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, βρέθηκε πάρα πολύς κόσμος προερχόμενος από την Αριστερά και το Κομμουνιστικό Κίνημα, γιατί το Κομμουνιστικό Κίνημα ήδη από τη δεκαετία του 1960 γνώρισε τη βαθιά κρίση και την πολυδιάσπαση…
– Ότι στα πρώτα δύο -τρία χρόνια της ανάληψης της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ η ατμόσφαιρα που επικρατούσε σε ολόκληρο τον προοδευτικό κόσμο της πατρίδας μας ήταν εντελώς διαφορετική από αυτή που ακολούθησε…
Υπήρχε ακόμη τότε στους περισσότερους, όποιο αριστερό – προοδευτικό κόμμα κι αν ακολουθούσαν, η ελπίδα και η (συγκρατημένη έστω) αισιοδοξία πως τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν και θα αλλάξουν, στην κατεύθυνση της κατάκτησης της εθνικής μας ανεξαρτησίας και των εργατικών – λαϊκών μας δικαιωμάτων, σε μια κατεύθυνση, που -όπως πίστευαν τότε εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι- μπορούσε να ανοίξει για την Ελλάδα ένα δρόμο προς το σοσιαλισμό…
Φρούδες ελπίδες, θα ξαναπείτε όλοι σήμερα. Να όμως που όσοι έζησαν τότε εκείνη τη χρονική συγκυρία, του 1981-84, θυμούνται ακόμη ότι η παρόμοια αισιοδοξία τους στηριζόταν πάνω σε ορισμένα προοδευτικά – δημοκρατικά μέτρα που πάρθηκαν, όπως η επίσημη αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, η απαλλαγή ορισμένων βασικών διοικητικών κέντρων και υπηρεσιών του κρατικού μηχανισμού από αντιδραστικούς και χουντοφασίστες δεξιούς προϊσταμένους, που ως τότε αλώνιζαν, επί δεκαετίες, ασύδοτοι και που τρομοκρατούσαν τον προοδευτικό κόσμο…
Πάνω από όλα, όμως, η υπαρκτή εκείνη ίσαμε το 1983-84 αισιοδοξία στηριζόταν στην ελπίδα που ενέπνεε η παρουσία πλέον σε υπεύθυνες θέσεις κάμποσων παλιών αγωνιστών με παράδοση στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, ανθρώπων που πέρασαν και οι ίδιοι πολύ μεγάλα βάσανα και που έδωσαν προσωπικές θυσίες για την υπόθεση του λαϊκού κινήματος στα πέτρινα χρόνια των κατατρεγμών.
Ακριβώς μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Βασίλης Μπρακατσούλας, στο πρόσωπο του οποίου το συνολικό αριστερό κίνημα έβλεπε έναν δικό του άνθρωπο, μια εγγύηση πως όλα μπορούν να αλλάξουν, πως όλα μπορεί να πάνε αλλιώς, γιατί αυτοί οι άνθρωποι δεν θα αφήσουν την “υπόθεση της αλλαγής” να εκτραπεί, να οπισθοδρομήσει, να προδοθεί. Από μιαν άλλη σκοπιά την ελπίδα αυτή του προοδευτικού κόσμου στα πρόσωπα εκείνων των παλιών αριστερών αγωνιστών που πήραν κρατικό πόστο μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981, ερχόταν να την επιβεβαιώσει η λύσσα με την οποία στρεφόταν η ηττημένη κοινοβουλευτικά δεξιά εναντίον αυτών ακριβώς των προσώπων.
Πόσες και πόσες κραυγές δεν έβγαλε τότε ο αντιδραστικός εσμός της μαύρης μαυρίλας της ΝΔ στη Μαγνησία, με ύβρεις αλλά και με εντελώς ηλίθιους πολιτικούς χαρακτηρισμούς εναντίον του Βασίλη Μπρακατσούλα, τον οποίο βάφτιζε πότε “κομμουνιστή” και πότε “συνοδοιπόρο των κομμουνιστών”, αυτών που τάχα “μαζί με το ΠΑΣΟΚ θα μας πάρουν τα … σπίτια και τα χτήματα”!!!
Αυτη ακριβώς ήταν η βλακωδέστατη στάση των πλέον αχρήστων σκερβελέδων της αστικής πολιτικής, των δεξιών. Αυτών, που όταν κανείς απλώς τους συνέκρινε με ανθρώπους του ταλέντου, των προσωπικών ικανοτήτων και του ήθους του Βασίλη Μπρακατσούλα, ήταν κυριολεκτικά σαν να έβλεπε το μαύρο το σκοτάδι να πολεμάει ενάντια το φως!
Αυτή η στάση της μαύρης δεξιάς ήταν την εποχή εκείνη το… καλύτερο στήριγμα του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί τον έκανε ελπίδα και στήριγμα των προοδευτικών ανθρώπων, που δεν ήθελαν ξανά τα μαύρα κατακάθια της δεξιάς στη διακυβέρνηση της χώρας…
Αποδείχθηκε βέβαια πως η … επώδυνη προσγείωση στην πραγματικότητα της μετατροπής του ΠΑΣΟΚ σε καθαρόαιμο αστικό διαχειριστικό κόμμα (κόμμα που εξελίχθηκε σταδιακά σε εντελώς … δεξιό, κυρίως δε μετά και το βιολογικό τέλος του Ανδρέα Παπανδρέου…) ήταν μια υπόθεση η οποία δεν εξαρτιόταν καθόλου από τις προθέσεις των παλιών αριστερών αγωνιστών που βρισκόταν στις γραμμές του.
Αυτό αφενός συνέβη λίγο αργότερα και αφετέρου δεν ήταν μόνο στο χέρι του Βασίλη Μπρακατσούλα και των άλλων παρόμοιων παλιών αγωνιστών το να αλλάξουν τη ρότα του κόμματός τους, που έντεχνα τη χάραξε η αστικής προέλευσης ηγεσία του ΠΑΣΟΚ μετά την εδραίωσή της στην κυβερνητική εξουσία, και την οποία νέα συντηρητική ρότα του ΠΑΣΟΚ τη στήριξε με όλα τα μέσα το κυρίαρχο σύστημα. Αυτό το σύστημα που εξακολούθησε να παραμένει κυρίαρχο και μετά τη 18η του Οκτώβρη 1981, αφού φυσικά κανένας και τίποτα δεν έθιξε τις οικονομικές και πολιτικές βάσεις κυριαρχίας του ντόπιου κεφαλαίου και των ξένων ιμπεριαλιστών…
Οι ευθύνες βέβαια των παλιών αγωνιστών του ΠΑΣΟΚ υπάρχουν και δεν παραγράφονται για το γεγονός ότι δεν εμπόδισαν τα σχέδια της κυρίαρχης ομάδας του ΠΑΣΟΚ και συμβιβάστηκαν με αυτά. Δεν μπορούμε να πούμε πως ήταν άμοιροι ευθυνών οι αριστερής προέλευσης αγωνιστές που στελέχωναν το τότε ΠΑΣΟΚ, στο βαθμό που αυτοί μπορεί να είδαν εγκαίρως πού πάει το πράγμα, αλλά δεν αντέδρασαν αποφασιστικά για να υπερασπιστούν όσα πίστευαν και διακήρυσσαν ως το 1981. Μικρή σημασία έχει το γιατί δεν αντέδρασαν έγκαιρα κι από κοινού στο χαντάκωμα των διακηρύξεων περί “εθνικής ανεξαρτησίας και σοσιαλιστικής αλλαγής”.
Κάθε άνθρωπος από αυτούς ήταν και μία διαφορετική περίπτωση. Άλλοι υποχώρησαν ελπίζοντας ότι τα πράγματα θα άλλαζαν, αν εδραιωνόταν το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Άλλοι στράφηκαν στον, κατά τη γνώμη μας, κακώς νοούμενο “ρεαλισμό της καθημερινής διαχείρισης”, μέσα από την οποία έλπιζαν ότι θα δώσουν σταδιακά μια άλλη πορεία στον τόπο. Η λογική των “μεταρρυθμίσεων” χωρίς επανάσταση, βλέπετε! Πιστεύουμε ότι σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκει ο εκλιπών Βασίλης Μπρακατσούλας.
Σίγουρα πάντως δεν ήταν ο άνθρωπος που συμβιβάστηκε από υπολογισμό σε προσωπικά υλικά οφέλη και απολαβές. Δεν ήταν ποτέ τέτοιος άνθρωπος. Ο Βασίλης Μπρακατσούλας είχε πραγματικό πολιτικό και ανθρώπινο ήθος, ήθος αναμφισβήτητο από όλους τους προοδευτικούς ανθρώπους, παρόλο που οι άνθρωποι αυτοί δεν συμφωνούν με την πορεία την οποία ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ.
Δεν ξέρουμε μέχρι πότε πραγματικά ο Βασίλης Μπρακατσούλας εξακολούθησε να ελπίζει και να πιστεύει κι ο ίδιος ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θέλει και μπορεί να φέρει την “αλλαγή”, αυτή που όλοι, λίγο – πολύ οι αριστεροί τότε οραματίζονταν. Δεν ξέρουμε μέχρι πότε εξακολούθησε να πιστεύει ότι η γενικότερη πολιτική του ΠΑΣΟΚ, έστω όχι άμεσα, αλλά τουλάχιστον μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο εκείνο που δεν άνοιξε στα 1981-82. Σίγουρα το γεγονός ότι ο Βασίλης Μπρακατσούλας και στα μετέπειτα χρόνια και μέχρι το 2000 συμμετείχε σε κυβερνητικές- διοικητικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ, μάς δείχνει ότι και ο εκλιπών ακολούθησε πολιτικά την όλη συντηρητική στροφή του κόμματός του, ενός κόμματος που μεταλλάχθηκε πλήρως στην εποχή διακυβέρνησης του Σημίτη…
Σήμερα πάντως, κάνοντας αυτή τη μικρή νοερή επιστροφή στο παρελθόν, δεν λησμονούμε ότι ο Βασίλης Μπρακατσούλας με το ήθος που πάντα τον χαρακτήριζε ως άνθρωπο και πάντοτε με μεγάλο σεβασμό αντιμετώπισε -και από την κρατική θέση που διαχειρίστηκε στον νομό μας- τον βασανισμένο μέχρι τότε δημοκρατικό , προοδευτικό και αριστερό πολίτη της Μαγνησίας. Δεν ήταν καθόλου ασήμαντο το γεγονός ότι για πρώτη φορά τότε η πόρτα του νομαρχιακού γραφείου έπαψε να είναι κλειστή για τους εργάτες, τους εργαζομένους, τους αριστερούς και τους κομμουνιστές, που έρχονταν να υποβάλουν τα αιτήματά τους στο νομάρχη της Μαγνησίας, χωρίς το φόβο της αστυνομίας…
Δεν λησμονούμε ακόμη ότι η παρουσία του Βασίλη Μπρακατσούλα τότε στη νομαρχία της Μαγνησίας ήταν μια πηγή αισιοδοξίας του προοδευτικού κόσμου του νομού μας (κι απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι ακριβώς σε εκείνα τα χρόνια, ως το 1984, οι δυνάμεις της τότε Αριστεράς σε συνεργασία με το (τότε ακόμα “σοσιαλιστικό,- αντιιμπεριαλιστικό” σε επίπεδο διακηρύξεων) ΠΑΣΟΚ κατάφεραν στο νομό Μαγνησίας να πάρουν στα χέρια τους όχι μόνο όλα τα εργατικά συνδικάτα, αλλά και όλους σχεδόν τους Δήμους της. Να εκτοπίσουν τη δεξιά ακόμα κι από τους δήμους του Αλμυρού και της Σκιάθου, γεγονός πρωτοφανές για περιοχές σαν κι αυτές, που ήταν τα προνομιακά τσιφλίκια της μαύρης αντίδρασης μετά την ήττα του λαϊκού κινήματος στον Εμφύλιο.
Κι αυτό εντελώς άσχετα από το γεγονός ότι δεν διαχειρίστηκαν αγωνιστικά στη συνέχεια αυτή την πρωτιά που κατέκτησαν…
Σε ένα “συμβολικό” επίπεδο, η αποχώρηση του Βασίλη Μπρακατσούλα από τη Νομαρχία της Μαγνησίας το 1984, ταυτίστηκε στις καρδιές πολλών απλών προοδευτικών ανθρώπων του λαού μας με τη συνειδητοποίηση ότι πλέον το ΠΑΣΟΚ πήρε ένα δρόμο πολύ διαφορετικό από εκείνο των οραμάτων, των διακηρύξεων και των “συμβολαίων με το λαό”, ένα δρόμο πλήρους συμβιβασμού με τον καπιταλισμό και την εξάρτηση…
Δρόμο που δεν είχε πια γυρισμό μετά το 1985, όπως ποτέ πια δεν είχε γυρισμό στη νομαρχία της Μαγνησίας ο Βασίλης Μπρακατσούλας ή άλλοι άνθρωποι της ίδιας κοπής, της ίδιας παράδοσης, του ίδιου πολιτικού και ανθρώπινου ήθους με εκείνον…
Με τούτες λοιπόν τις παλιές θύμησες αποχαιρετούμε κι εμείς σήμερα με τον δέοντα σεβασμό τον εκλιπόντα Βασίλη Μπρακατσούλα, τον παλιό συναγωνιστή στους πολύ δύσκολους αλλά και ελπιδοφόρους εκείνους καιρούς. Η ώρα αυτή του αποχαιρετισμού ενός ανθρώπου της προδικτατορικής Αριστεράς και του “ριζοσπαστικού ΠΑΣΟΚ” της μεταπολίτευσης σίγουρα αφήνει σε όλους μας μια μεγάλη πίκρα, όχι μόνο για τον άνθρωπο που “έφυγε”, αλλά και για την όλη τροπή που με ευθύνη όλων μας πήραν εν τέλει τα πολιτικά πράγματα στον τόπο αυτό από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 ίσαμε σήμερα. Για να καταντήσουμε ξανά έρμαια στα χέρια των χουντικών υπουργών του Μητσοτάκη.
Σκεφτείτε το λιγάκι μια στιγμή, ό,τι κι αν πιστεύετε δικαιολογημένα περί του ΠΑΣΟΚ. Στα πενήντα χρόνια από την πτώση της χούντας και στα σαράντα χρόνια από την ολοκλήρωση της “ριζοσπαστικής φάσης του ΠΑΣΟΚ”, ποιοι υπουργοί κυβερνάνε την αστικοδημοκρατική Ελλάδα του 2024: Αντί για τη Μελίνα Μερκούρη, αντί για το Γιώργο Μαγκάκη, το Λευτέρη Βερυβάκη, το Στάθη Γιώτα, το Σάκη Πεπονή και το Βασίλη Μπρακατσούλα, φτάσαμε ξανά τώρα στην αστική διαχείριση της πιο μαύρης δεξιάς και στο ξεθεμέλιωμα όλων των δημοκρατικών κατακτήσεων του λαού μας από κάτι εντελώς απαίσια – κατάμαυρα υποκείμενα σαν το Βορίδη, το Γεωργιάδη, τον Πλεύρη, τη θυγατέρα του Κεραμέως (πρύτανη του Παπαδόπουλου στο Δημοκρίτειο, διορισμένου ανήμερα τη 17η του Νοέμβρη 1973…) και δε συμμαζεύεται.
Με συνεργούς στο έγκλημα τα πιο άθλια κατακάθια του φαιο- πρασίνου Σημιτισμού, σαν το Χρυσοχουντίδη και το Φλώριδη. Φτάσαμε στο σημείο η χουντοδεξιά και το φασισταριό κάθε μάρκας να παίρνουν ποσοστά γύρω στο 20 % των ψηφισάντων, πλάι στο 28% του επίσημου θατσερισμού… Τι κατάντια για αυτό τον τόπο, για αυτό το λαό εν έτει 2024… Κι αυθόρμητα έρχονται στο νου μας εκείνοι οι στίχοι του μεγάλου Παλαμά:
“για την καινούγια γένα,
π’ όλο την περιμένουμε,
κι όλο κινάει για να ‘ρθει, κι όλο συντρίμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων…”.
Με την ελπίδα πως στους μελλοντικούς αγώνες του λαού μας και στην τεράστια πλέον ιστορική του πείρα θα βρεθεί η διέξοδος και η “νέα γέννα” της Ιστορίας, εδραιωμένη γερά τούτη τη φορά στην επαναστατικά κατακτημένη εξουσία του λαού, στη δύναμη των δικών του των ανίκητων όπλων, θα ζήσει, θα αναπτυχθεί και θα θριαμβεύσει, αποχαιρετούμε κι εμείς σήμερα τον εκλιπόντα Βασίλη Μπρακατσούλα με όλο τον δέοντα σεβασμό και κυρίως έχοντας συναγάγει τα αναγκαία πολιτικά συμπεράσματα για την περαιτέρω δράση του λαϊκού κινήματος αυτής της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου