Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

1939... γεννήθηκε ο τραγουδιστής ΜΑΝΏΛΗΣ ΑΓΓΕΛΌΠΟΥΛΟΣ..

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος Δράμα8 Απριλίου 1939Λονδίνο2 Απριλίου 1989) ήταν Έλληνας ρομά τραγουδιστής με σπουδαία καριέρα στο λαϊκό τραγούδι, κυρίως κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Έπεσε θύμα λογοκρισίας των ΜΜΕ λόγω της ιδιαίτερης καταγωγής του.[1] Απεβίωσε στο Λονδίνο λόγω επιπλοκών της καρδιάς του στα 49 του χρόνια.


Ο Μανώλης Αγγελόπουλος γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1939 στην Καβάλα (ή στη Δράμα σύμφωνα με άλλες δηλώσεις του),[2][3][4][5][6] αλλά έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αγία Βαρβάρα του Αιγάλεω.[7][8][9] Ήταν το πρώτο παιδί της μητέρας του Ερασμίας που τον γέννησε σε ηλικία 20 χρονών,[9] και του πατέρα του, Ηλιακού Αγγελόπουλου. Είχε έναν μικρότερο αδελφό, τον Λεύτερη.[9] Από παιδί γύρισε όλη την Ελλάδα μέσα σε ένα τροχόσπιτο. Ο γονείς του ήταν Αθίγγανοι. Ο μικρός Μανώλης τραγούδαγε στο μεγάφωνο του αυτοκινήτου πουλώντας την πραμάτεια, επειδή οι γονείς του ήταν πλανόδιοι πωλητές. Λόγω του χαμού του πατέρα του, σε ηλικία 13 ετών, προσπάθησε να βοηθήσει την οικογένειά του δουλεύοντας σε διάφορα κέντρα διασκέδασης κοντά στην περιοχή της Αγίας Βαρβάρας και στα Πετράλωνα, όπου έμενε με την οικογένειά του.[9]
Με την προτροπή του εξαδέλφου του Ανέστου Αθανασίου, που έπαιζε μπουζούκι στην ορχήστρα του Στέλιου Καζαντζίδη και την ενθάρρυνση του λαϊκού συνθέτη Θεόδωρου Δερβενιώτη, αποφάσισε στα 17 του να ασχοληθεί επαγγελματικά με του τραγούδι. Στα τέλη του 1956 άρχισε τις εμφανίσεις σε λαϊκό κέντρο του Χαϊδαρίου, δίπλα στον Στράτο Παγιουμτζή και τη Σωτηρία Μπέλλου. Την ίδια περίοδο ηχογράφησε το πρώτο του δισκάκι με το τραγούδι του Τόλη Εσδρά «Τρέξε στα τσαντίρια μάνα», που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Ακολούθησε η πρώτη ηχογράφηση το 1957. Στις αρχές του 1958 ήλθε η πρώτη μεγάλη επιτυχία, που του άνοιξε τον δρόμο προς την κορυφή. Ήταν το τραγούδι του Στράτου Ατταλίδη «Μαγκάλα», που ξεπέρασε σε πωλήσεις τις 100.000 κομμάτια και αποτέλεσε το αντίπαλο δέος της «Μαντουμπάλας» του Στέλιου Καζαντζίδη.
Κατά τη δεκαετία του '60 έγινε ευρύτερα γνωστός καθώς τραγουδούσε τραγούδια για τον προσφυγικό ελληνισμό και τα εξωτικά μέρη. Η μουσική του έχει επιδράσεις από την ελληνική λαϊκή και την αραβική μουσική, ενώ ήταν κυρίως εκφραστής των τσιφτετέλι.
Συνεργάστηκε με πολλούς σημαντικούς δημιουργούς του λαϊκού τραγουδιού, όπως ο Μανώλης Χιώτης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιώργος Μητσάκης και άλλους και κυκλοφόρησε πολλούς δίσκους που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία. Ανάμεσα στις μεγαλύτερες επιτυχίες του είναι τα τραγούδια «Τα μαύρα μάτια σου»«Όσο αξίζεις εσύ»«Καλή τύχη»«Η διπρόσωπη»«Πήρε φωτιά η Καλαμαριά» ,«Τα φιλιά σου είναι φωτιά», «Φοβάμαι να γελάσω», «Δεν υπάρχει για μας χωρισμός»«Τη βαρέθηκε η ψυχή μου»«Μολυβιά»«Ριχ΄ τε στο γυαλί φαρμάκι»«Ανέβα στο τραπέζι μου», «Μαγκάλα», «Με τι καρδιά».
Στο ενεργητικό του είχε δεκάδες εμφανίσεις σε κινηματογραφικές ταινίες και επιθεωρήσεις, ενώ πραγματοποίησε πολλές συναυλίες στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Έλληνες μετανάστες: ΑμερικήΚαναδάςΑυστραλίαΔυτική Γερμανία και Βέλγιο. Στις 19 και 20 Ιουνίου του 1983 ήρθε η καταξίωση με τις δύο συναυλίες του στο Θέατρο του Λυκαβηττού, όπου δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Η συναυλία και η μετάδοση της συναυλίας του από την ΕΡΤ δέχηκαν και επικριτικά σχόλια για το είδος της μουσικής, αλλά και ο ίδιος ο Αγγελόπουλος εξ' αιτίας της καταγωγής του[10][11][4].

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μανώλης Αγγελόπουλος πέθανε ξαφνικά στις 2 Απριλίου του 1989 σε νοσοκομείο του Λονδίνου, μία εβδομάδα προτού συμπληρώσει τα 49 του χρόνια, εξαιτίας επιπλοκών από εγχείριση καρδιάς (τριπλό μπάι-πας), στην οποία είχε υποβληθεί στις 14 Ιανουαρίου. Στην κηδεία του βρέθηκε αρκετός κόσμος, προκειμένου να αποχαιρετήσει τον αποκαλούμενο βασιλιά των τσιγγάνων. Ήταν νυμφευμένος με την τραγουδίστρια Κωνσταντίνα, ενώ από τον πρώτο του γάμο, ο οποίος κράτησε δέκα χρόνια, με την επίσης τραγουδίστρια Αννούλα Βασιλείου είχε αποκτήσει τρία παιδιά, τη Μαρία (βαφτισιμιά του Στέλιου Καζαντζίδη), τον Ηλία και τον Στάθη Αγγελόπουλο, γνωστό λαϊκό τραγουδιστή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger