του Ιωάννη Γκιτσάκη (*)
Είναι αναμφίβολα το τουριστικό σήριαλ του φετινού καλοκαιριού: Θα μπει η Ελλάδα στην πράσινη τουριστική λίστα της Βρετανίας; Πότε θα μπει; Θα μπει ολόκληρη η χώρα; Θα μπουν έστω κάποια ελληνικά νησιά; Από κοντά ακολουθεί και το θρίλερ με τα προγράμματα των μεγάλων tour operators: Πότε θα ξεκινήσουν οι πτήσεις και τα τουριστικά πακέτα της TUI και των άλλων εταιριών για την Ελλάδα; Πόσες ακυρώσεις πακέτων έγιναν εξαιτίας της διατήρησης των ελληνικών νησιών στην πορτοκαλί λίστα της Βρετανίας; Πόσες ακυρώσεις κρατήσεων Βρετανών τουριστών; Αυτά είναι τα δύο μεγάλα ζητήματα που μονοπωλούν (μονότονα) την τουριστική ειδησεογραφία τους τελευταίους δύο μήνες.
Και αυτό βεβαίως είναι απολύτως δικαιολογημένο, καθώς η Βρετανία αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη τουριστική αγορά για την Ελλάδα μετά τη Γερμανία. Έτσι, τα «τερτίπια» της βρετανικής κυβέρνησης και η εξόφθαλμη προσπάθειά της να κρατήσει και φέτος τους βρετανούς τουρίστες εντός συνόρων, επηρεάζουν άμεσα τον ελληνικό τουρισμό και ιδίως ορισμένα ελληνικά νησιά, όπως τα Επτάνησα, η Κως και η Ρόδος, τα οποία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τους βρετανούς τουρίστες. Και πάλι καλά να λέμε, που την τακτική της Βρετανίας δεν μπορούν φέτος να την ακολουθήσουν η Γερμανία και οι άλλες χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, καθώς ο νέος Κανονισμός για το Ενωσιακό Ψηφιακό Πιστοποιητικό Covid θέτει κοινούς δεσμευτικούς κανόνες για τη μετακίνηση τουριστών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποστερώντας τους τη δυνατότητα να υιοθετήσουν το καταστροφικό για τον τουρισμό «μοντέλο» της Βρετανίας, όπως ανέπτυξα σε σχετικό άρθρο το Φεβρουάριο.
Εδώ όμως εντοπίζεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον ελληνικό τουρισμό και για πολλά ελληνικά νησιά: Η σημαντική εξάρτησή τους από μία ή δύο μεγάλες τουριστικές αγορές, καθώς και από τα προγράμματα και τα τουριστικά πακέτα των μεγάλων ευρωπαϊκών tour operators. Και στις δύο περιπτώσεις ο κίνδυνος είναι κοινός: Μία δυσλειτουργία στη συγκεκριμένη τουριστική αγορά (όπως συμβαίνει φέτος με τη Βρετανία) ή ένα πρόβλημα σε ένα μεγάλο tour operator (όπως συνέβη το 2019 με την πτώχευση της Thomas Cook) μπορούν να έχουν τεράστιες δυσμενείς επιπτώσεις στον τουρισμό των νησιών αυτών αλλά και στον ελληνικό τουρισμό γενικότερα. Ο τουρισμός μας σήμερα δεν μπορεί να αντέξει μία κλειστή ή μισάνοικτη βρετανική ή γερμανική τουριστική αγορά, όπως δεν μπορεί να αντέξει και μία νέα πτώχευση ενός μεγάλου ευρωπαϊκού tour operator εξαιτίας της πανδημίας.
Καλώς ή κακώς, μέχρι το 2019 ο ελληνικός τουρισμός λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό με τον «αυτόματο πιλότο». Το brand name «Greece» πουλούσε με ιδιαίτερη ευκολία στην ευρωπαϊκή τουριστική αγορά, οι μεγάλοι tour operators μας «έριχναν» τους τουρίστες «από το ελικόπτερο» (χωρίς να απαιτείται κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους μας) και οι μεγάλες ιστοσελίδες κρατήσεων δωματίων (όπως π.χ. η Booking) είχαν «απλοποιήσει» σε μεγάλο βαθμό το έργο των ξενοδοχείων και των τουριστικών καταλυμάτων. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που έπαιρνες τηλέφωνο για κράτηση δωματίου σε ξενοδοχείο και εισέπραττες την απάντηση: «Τι μας παίρνεις τηλέφωνο και ρωτάς για δωμάτιο; Μπες στο Booking, δες και κλείσε ότι δωμάτιο θέλεις» (προσωπική εμπειρία).adv
Η πανδημία όμως άλλαξε ριζικά τα δεδομένα. Πιθανότατα για πολλά ακόμα χρόνια. Η προσέλκυση τουριστών καθίσταται πλέον δυσκολότερη και τίποτα πια δεν μπορεί να θεωρείται ως δεδομένο. Ούτε ότι ένα νησί θα γεμίζει από μία και μόνο τουριστική αγορά (όπως λ.χ. η Ζάκυνθος από τη βρετανική αγορά). Ούτε ότι ένας συγκεκριμένος tour operator (όπως π.χ. η TUI) θα γεμίζει τα ξενοδοχεία μας με τουρίστες.
Ο ελληνικός τουρισμός θα πρέπει να περιορίσει την εξάρτησή του από δυο τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές και από δυο τρεις μεγάλους ευρωπαϊκούς tour operators.
Θα πρέπει λοιπόν να υλοποιηθεί άμεσα ένα σχέδιο για τη διεύρυνση του «προσανατολισμού» του ελληνικού τουρισμού, το οποίο θα μπορεί να αντιμετωπίσει και να περιορίσει σημαντικά τις αρνητικές επιπτώσεις ενός ενδεχόμενου «κλεισίματος» μιας μεγάλης τουριστικής αγοράς ή ενός σοβαρού προβλήματος με τις κρατήσεις και τα τουριστικά πακέτα ενός μεγάλου tour operator. Συν TUI και χείρα κίνει λοιπόν, για να εξηγήσω και τον τίτλο του άρθρου.
Κεντρικό άξονα του σχεδίου αυτού θα πρέπει να αποτελέσει το άνοιγμα σε νέες τουριστικές αγορές εκτός Ευρώπης (Ρωσία, Κίνα, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδά, Σιγκαπούρη, Νότια Κορέα, Ιαπωνία, Ταϊβάν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Κατάρ, Μπαχρέιν, Κουβέιτ κ.ά.), οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν μεγάλες «δεξαμενές» προσέλκυσης ποιοτικών τουριστών, όπως έχω αναπτύξει και στο άρθρο μου με τίτλο «The day after Tomorrow – Η επόμενη ημέρα του ελληνικού τουρισμού» και το επαναλαμβάνω διαρκώς σε κάθε ευκαιρία.
Τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση της σημασίας του ανοίγματος σε νέες τουριστικές αγορές αποτελεί μια είδηση που πέρασε στα ψιλά: Tο διαφαινόμενο σημαντικό τουριστικό ρεύμα από τις ΗΠΑ το φετινό καλοκαίρι. Ένα τουριστικό ρεύμα που χαρακτηρίστηκε από τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ ως ανέλπιστο. Δεν είναι όμως καθόλου ανέλπιστο. Είναι το αποτέλεσμα μιας συντονισμένης προσπάθειας και ενός οργανωμένου σχεδίου.
Ενός σχεδίου που οδήγησε στη δρομολόγηση νέων απευθείας πτήσεων από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα και στη διαφήμιση της χώρας μας από όλα τα μεγάλα αμερικανικά media, όπως το Forbes, το CNN και το Bloomberg. Η προσπάθεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα ο αριθμός των απευθείας πτήσεων από τις ΗΠΑ για την Ελλάδα να είναι φέτος μεγαλύτερος ακόμη και από αυτόν του 2019, όταν οι αφίξεις Αμερικανών τουριστών πλησίασαν τα 1,17 εκατομμύρια και οι εισπράξεις τα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε σε μερίδιο 6,7%.
Με το σωστό σχεδιασμό και τις κατάλληλες κινήσεις, αντίστοιχα «ανέλπιστα» τουριστικά ρεύματα θα μπορούσαμε να έχουμε και από άλλες μεγάλες τουριστικές αγορές, όπως η Ρωσία, η Κίνα, ο Καναδάς, η Αυστραλία, οι Αραβικές χώρες κ.ά.
Στον τομέα αυτό, η Μύκονος και η Σαντορίνη λειτουργούν τροχιοδεικτικά, σχεδιάζοντας και υλοποιώντας στοχευμένες δράσεις προβολής και προώθησης των δύο νησιών στις Αραβικές χώρες. Ένας σχεδιασμός, ο οποίος ήδη αποδίδει καρπούς, όπως για παράδειγμα οι νέες απευθείας πτήσεις της FlyDubai και της Etihad Airways από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προς τα δύο αυτά ελληνικά νησιά. Στην ίδια κατεύθυνση και η Πάρος, η οποία επιχείρησε ένα επιτυχημένο άνοιγμα προς τους τουριστικούς επαγγελματίες της Μέσης Ανατολής και «επιβραβεύτηκε» με ένα νέο τουριστικό πακέτο της Qatar Airways Holidays προς το νησί, εκμεταλλευόμενη τις υπάρχουσες απευθείας πτήσεις της εταιρίας προς τη Μύκονο και τη Σαντορίνη. Από κοντά ακολουθεί και η Ρόδος, η οποία συνδέθηκε φέτος για πρώτη φορά με την πρωτεύουσα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με απευθείας πτήσεις της WizzΑir. Η ίδια εταιρία δρομολόγησε επίσης νέες απευθείας πτήσεις από το Abu Dhabi για τη Μύκονο, τη Σαντορίνη και τα Χανιά της Κρήτης.
Όλες αυτές οι πολύ θετικές ειδήσεις για τον ελληνικό τουρισμό πέρασαν σχεδόν στα ψιλά της τουριστικής ειδησεογραφίας και χάθηκαν ανάμεσα στα καθημερινά επεισόδια του πολύκροτου σήριαλ της βρετανικής τουριστικής λίστας.
Εκτός όμως από τα οργανωμένα τουριστικά ρεύματα, δεν θα πρέπει να αγνοούμε και τους μεμονωμένους τουρίστες που ταξιδεύουν ανεξάρτητα, οι οποίοι κάθε άλλο παρά αμελητέα ποσότητα είναι. Ειδικά αν προέρχονται από χώρες με πληθυσμό πολλών εκατομμυρίων κατοίκων, όπως είναι οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, η Αυστραλία και ο Καναδάς. Σήμερα, χάρη στο διαδίκτυο, κάθε τουρίστας, νέος ή ηλικιωμένος, μπορεί εύκολα να κλείσει ένα αεροπορικό εισιτήριο και ένα ξενοδοχείο και να κανονίσει μόνος του τις διακοπές του. Αρκεί να του δημιουργήσουμε το κατάλληλο ερέθισμα για να επιλέξει τη χώρα μας.
Θα μπορούσαμε επίσης να εκμεταλλευτούμε τη γεωπολιτική συγκυρία, καθώς η επιθετική πολιτική της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής έχει ως αποτέλεσμα πολλοί χρήστες των social media από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ κ.ά. να προωθούν και να διαφημίζουν την Ελλάδα ως τουριστικό προορισμό, αντί της Τουρκίας. Επιπλέον, θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε και το γεγονός ότι τα ράφια των σούπερ μάρκετ στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία έχουν γεμίσει πλέον με ελληνικά προϊόντα, σε αντικατάσταση των τουρκικών, πράγμα που μπορεί να δημιουργήσει και αντίστοιχο τουριστικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας.
Τέλος, θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε και το γεγονός, ότι στις περισσότερες ασιατικές χώρες τα παιδιά διδάσκονται από το δημοτικό την ελληνική μυθολογία και την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας και έτσι έχουν έντονο ερέθισμα και επιθυμία να επισκεφτούν κάποια στιγμή τη χώρα μας. Ειδικά οι Κινέζοι θαυμάζουν ιδιαίτερα τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και αναφέρονται στην Ελλάδα ως τον «άλλο μεγάλο πολιτισμό» (πέραν του δικού τους).
Και βεβαίως, το μεγαλύτερο βάρος θα πρέπει να δοθεί στις αεροπορικές εταιρίες. Αφενός για να αυξηθούν οι υπάρχουσες πτήσεις της Qatar Airways, της Emirates και της Air China και αφετέρου, για την προσέλκυση στη χώρα μας και άλλων μεγάλων αεροπορικών εταιριών της Ασίας. Κομβικής σημασίας θεωρώ την Cathay Pacific, την αεροπορική εταιρία του Χονγκ Κονγκ, η οποία, πέραν του ότι θα συνδέσει την Ελλάδα με μία ασιατική μεγαλούπολη 7,5 εκατομμυρίων κατοίκων με ιδιαίτερα υψηλό βιοτικό επίπεδο (6η πλουσιότερη χώρα – πόλη παγκοσμίως), διαθέτει και ένα ιδιαίτερα εκτεταμένο δίκτυο σε όλη την Ασία. Θα μπορούσε λοιπόν με μία μόνο ανταπόκριση να συνδεθεί η Ελλάδα με τις περισσότερες ασιατικές μεγαλουπόλεις. Εξίσου κομβικής σημασίας για τους ίδιους λόγους είναι και η Singapore Airlines, η αεροπορική εταιρία της Σιγκαπούρης. Ομοίως, όχι μόνο θα συνδεθεί η Ελλάδα με την πλουσιότερη ασιατική χώρα – πόλη και 4η πλουσιότερη χώρα παγκοσμίως με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ , αλλά και με ένα ιδιαίτερα εκτεταμένο δίκτυο πτήσεων σε ολόκληρη την Ασία.
Με τη διεύρυνση του τουριστικού μας ορίζοντα και την οργανωμένη στόχευση σε επιλεγμένες τουριστικές αγορές, ο ελληνικός τουρισμός μπορεί να επιτύχει να μην είναι τόσο «ευάλωτος» και να μην επηρεάζεται σε τόσο σημαντικό βαθμό από τις αρνητικές εξελίξεις σε μία μεγάλη τουριστική αγορά ή σε ένα μεγάλο ευρωπαϊκό tour operator. Μπορεί να επιτύχει τη δημιουργία νέων ποιοτικών τουριστικών ρευμάτων από χώρες εκτός Ευρώπης, που θα περιορίσουν το σημερινό μονοδιάστατο προσανατολισμό του ελληνικού τουρισμού και τη σημαντική εξάρτησή του από ορισμένες τουριστικές αγορές και από συγκεκριμένους tour operators. Να επιτύχει τη δημιουργία νέων τουριστικών δεξαμενών για την «άντληση» ποιοτικών τουριστών, ιδίως στις δύσκολες τουριστικές περιόδους.
Συν TUI και χείρα κίνει λοιπόν.
(*) Ο κ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στις Συμβάσεις Παραχώρησης και ΣΔΙΤ, Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου και Σύμβουλος τουριστικών επιχειρήσεων και επενδύσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου