Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Η ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΤΗΣ «ΟΜΑΔΑΣ ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ» #3

Η ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ
ΤΗΣ «ΟΜΑΔΑΣ ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ»

ΓΑΛΛΙΑ | 1968-1974 | 4 ΔΟΚΙΜΙΑ

 ΠΡΟΒΟΛΕΣ & ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ

Μετά τον Μάη του ’68, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, στο αποκορύφωμα της διασημότητάς του και (ήδη από το 1966) σε μια προσπάθεια να δραπετεύσει από το modus operandi του εμπορικού κινηματογράφου, ασκώντας μέσα από τις ταινίες του οξεία κριτική στους κανόνες αναπαράστασης του αστικού θεάματος και διερευνώντας επίμονα τα προβλήματα της μπρεχτικής αισθητικής, έχοντας από το 1967 σκηνοθετήσει ταινίες που αντανακλούν την έντονη μαρξιστική και μαοϊκή επίδραση που είχε δεχτεί από το κίνημα εκείνης της περιόδου στη Γαλλία, παραιτείται από τον ρόλο του «δημιουργού» και υιοθετεί εκείνον του «εργάτη του κινηματογράφου», προσπαθώντας εις το εξής να κάνει ταινίες με συλλογικό τρόπο. Η Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ, την οποία ιδρύει μαζί με άλλους νέους κινηματογραφιστές, γεννιέται ως απάντηση στην ανάγκη «να δημιουργηθεί ένας νέος πυρήνας που δεν κάνει πολιτικό σινεμά, αλλά προσπαθεί να κάνει πολιτικό σινεμά με πολιτικό τρόπο» (Ζ-Λ. Γκοντάρ). 

Το όνομα της ομάδας αποτίει φόρο τιμής στον πρωτοπόρο σοβιετικό κινηματογραφιστή, διεκδικώντας έτσι την πολιτογράφησή της στην ιστορία ενός κινηματογράφου που δείχνει (δεν αναπαριστά) τον κόσμο στο όνομα των προλετάριων. Ο Γκοντάρ δεν εμπνεόταν μόνο από την αισθητική θεωρία του μοντάζ που ανέπτυξε ο Βερτόφ, αλλά και από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του έργου του αποτελούνταν από κινηματογραφικά επίκαιρα, ειδήσεις χαραγμένες στο φιλμ. Αυτό ακριβώς ήταν το όνειρο του Γκοντάρ που δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα: να γίνει δημιουργός δελτίων ειδήσεων για την τηλεόραση, να εκπαιδεύσει ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό σε μια πολιτική οικονομία και ιστορία των εικόνων.

Βασικός συνομιλητής του Γκοντάρ εκείνη την περίοδο είναι ο διανοούμενος Ζαν-Πιερ Γκορέν (μαθητής των Αλτουσέρ, Φουκό και Λακάν). Στην Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ συμμετέχουν επίσης οι Ζεράρ Μαρτέν, Ναταλί Μπιγιάρ, Αρμάν Μαρκό, Ζαν-Ανρί Ροζέ και Πολ Μπιρόν. Εκμεταλλευόμενη τη φήμη του Γκοντάρ, η ομάδα χρηματοδοτεί τις ταινίες της ως παραγγελίες μεγάλων τηλεοπτικών δικτύων της Ευρώπης, που συχνά αρνούνταν να τις προβάλουν όταν έβλεπαν το τελικό αποτέλεσμα.

Τον Οκτώβρη του 1969, στο 5ο τεύχος του περιοδικού Cinéthique, η Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ διά στόματος Ζαν-Λικ Γκοντάρ συνοψίζει το εγχείρημά της: «Κατά την προβολή μιας ιμπεριαλιστικής ταινίας, η οθόνη πουλά στο θεατή τη φωνή του Κράτους-Αφέντη: η φωνή κολακεύει, καταστέλλει ή ξυλοκοπεί. Κατά την προβολή μιας ρεφορμιστικής ταινίας, η οθόνη είναι απλώς το μεγάφωνο από το οποίο βγαίνει μια φωνή που κάποτε είχε την εντολή του λαού, αλλά δεν είναι πια η φωνή του λαού, καθώς ο λαός παρακολουθεί σιωπηλός το ίδιο του το πρόσωπο παραμορφωμένο. Κατά την προβολή μιας στρατευμένης ταινίας, η οθόνη δεν είναι παρά ένας μαυροπίνακας στον οποίο γράφονται οι εικόνες και οι ήχοι που παράγονται από τη συγκεκριμένη ανάλυση μιας συγκεκριμένης κατάστασης, δηλαδή της ταξικής πάλης. Μπροστά σε αυτή την οθόνη, ο λαός σκέφτεται, μαθαίνει, μάχεται, ασκεί κριτική και μεταμορφώνεται».

Οι «ταινίες-μαυροπίνακες» της Ομάδας Τζίγκα Βερτόφ μοιάζουν σήμερα να απεικονίζουν εξισώσεις που παρέμειναν άλυτες, ερωτήσεις που αιωρούνται αναπάντητες, πειράματα που κατέληξαν σε σύγχυση και αμφιβολία. Στις τέσσερις ταινίες που περιλαμβάνει αυτό το αφιέρωμα, θα επανέλθουμε στα πολιτικά/κινηματογραφικά εγχειρήματα της ομάδας στην Αγγλία (British Sounds, 1969), την Τσεχοσλοβακία (Pravda, 1969) και την Ιταλία (Αγώνες στην Ιταλία, 1970), καταλήγοντας στην Παλαιστίνη, με την ταινία που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί  παρά δύο χρόνια μετά τη διάλυση της ομάδας (Εδώ κι αλλού, 1974).

Οι ταινίες θα προβληθούν με ελληνικούς υπότιτλους. Το πέρας κάθε προβολής θα ακολουθεί συζήτηση.

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ

Μία ταινία σαν τις άλλες (Un film comme les autres, 1968)
Ανατολικός άνεμος (Le Vent d’est, 1969)
British Sounds (1969)
Pravda (1969)
Αγώνες στην Ιταλία (Lotte in Italia, 1970)
Βλαντιμίρ και Ρόζα (Vladimir et Rosa, 1970)
Letter to Jane (1972)
Εδώ κι αλλού (Ici et ailleurs, 1974)


Παρασκευές στις 8:30 μμ // Είσοδος ελεύθερη
Αγαθουπόλεως 65 & Αχαρνών, Αθήνα // Ιουστινιανού 24, Θεσσαλονίκη



Αυτή την Παρασκευή, 27 Μάρτη, προβολή της τρίτης ταινίας του αφιερώματος:

ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
(Lotte in Italia, Ιταλία - Γαλλία, 1970, 60’)

Σενάριο, Σκηνοθεσία, Μοντάζ: Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ (Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Ζαν-Πιέρ Γκορέν) 
Ηθοποιοί: Κριστιάνα Τούλιο-Αλτάν, Πάολο Ποτζέζι, Ζερόμ Ανστέν, Αν Βιαζέμσκι
Παραγωγή: Anouchka Films/ Cosmoseion για την Radiotelevisione Italiana (RAI)


Ζ-Π. Γκορέν: Το Αγώνες στην Ιταλία είναι μια ταινία για τη μεταμόρφωση μιας νέας γυναίκας η οποία στην αρχή δηλώνει ότι δραστηριοποιείται στο επαναστατικό κίνημα και ότι είναι μαρξίστρια. Η ταινία αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος, όταν μιλά, ανακαλύπτουμε σταδιακά ότι δεν είναι και τόσο μαρξίστρια όσο δηλώνει. Η αστική ιδεολογία στιγματίζει κάποιες όψεις της ζωής της. Στα επόμενα δύο μέρη της ταινίας, προσπαθούμε να εξηγήσουμε πώς συνέβη αυτό. Οπότε, όλη η ταινία συντίθεται από αντανακλάσεις κάποιων εικόνων του πρώτου μέρους. (...)
Ζ-Λ. Γκοντάρ: Συνειδητοποιεί λίγο-λίγο ότι ακόμα κι όταν έλεγε: «είμαι μαρξίστρια, μάχομαι ενάντια στην αστική ιδεολογία» μιλούσε με την ίδια φωνή που μιλά ο εχθρός της. Προσπαθεί να βρει πώς να καταπολεμήσει αυτή τη φωνή και πώς αυτή η φωνή εισβάλλει στη ζωή της.
Ζ-Π. Γκορέν: Στο πρώτο μέρος, αυτό που ξαφνιάζει πιο πολύ τον θεατή είναι η εισβολή της μαύρης οθόνης στον λόγο της γυναίκας. Το δεύτερο μέρος θέτει τα ερωτήματα: «Γιατί αυτές οι μαύρες οθόνες; Στη θέση τίνος πράγματος εμφανίζεται το μαύρο; Ποιος οργάνωσε αυτές τις μαύρες οθόνες; Ποιος τις παρέμβαλε στη ροή του λόγου της;» Λίγο-λίγο, αυτές οι μαύρες οθόνες αντικαθίστανται από άλλες, που είναι οι πραγματικές σχέσεις παραγωγής. Δηλαδή το πραγματικό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο που καθορίζει την ιδεολογία και ο τρόπος που αυτό χειρίζεται τα πράγματα.
Ζ-Λ. Γκοντάρ: Η αρχική φράση που η γυναίκα επαναλαμβάνει, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, είναι ο ορισμός μαρξιστικής βάσης ότι η κοινωνική ύπαρξη των ανθρώπων καθορίζει τις σκέψεις τους. Στο δεύτερο μέρος, βλέπει με νέο τρόπο αυτή τη θεώρηση, αργότερα όμως συνειδητοποιεί τι πραγματικά σημαίνει. (Take One, τεύχος 10, Μάρτης 1971)

Ανάθεση της ιταλικής τηλεόρασης RAI, η οποία πλήρωσε για την ταινία αλλά αρνήθηκε να την προβάλει, η ταινία γυρίστηκε σχεδόν όλη στο Παρίσι και συγκεκριμένα στο διαμέρισμα του Γκοντάρ. Οι σεκάνς του εργοστασίου γυρίστηκαν στο Ρουμπέ και μόνο κάποια πλάνα γυρίστηκαν στην Ιταλία για να δείξουν το εργοστάσιο της Fiat. Η ταινία ήταν το ξεκίνημα της συνεργασίας των Γκοντάρ και Γκορέν με τον Αρμάν Μαρκό, ο οποίος παρέμεινε ο διευθυντής φωτογραφίας της ομάδας μέχρι τη διάλυσή της.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger