Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

«ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Αντικαπιταλιστική γραμμή ή νέος οπορτουνιστικός πόλος;»

Το άρθρο με τίτλο «ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Αντικαπιταλιστική γραμμή ή νέος οπορτουνιστικός πόλος;», αναφέρεται στις διεργασίες που συντελούνται σχετικά με την ανασύνταξη του οπορτουνιστικού χώρου και στη στόχευση άσκησης πίεσης στο ΚΚΕ για οπορτουνιστική προσαρμογή.
Η ενίσχυση των σοσιαλδημοκρατικών αστικών χαρακτηριστικών του ΣΥΡΙΖΑ, η δρομολόγηση διαδικασιών εξέλιξής του σε ενιαίο κόμμα, αντικειμενικά τροφοδοτεί ανακατατάξεις στον οπορτουνιστικό χώρο, στην αναμόρφωση των οπορτουνιστικών δυνάμεων. Η συζήτηση για τη διαμόρφωση του λεγόμενου «τρίτου πόλου στην αριστερά» έχει ήδη ξεκινήσει. Σε αυτό τον «πόλο» ουσιαστικά εντάσσονται δυνάμεις του Αριστερού Ρεύματος του ΣΥΝ, δυνάμεις του ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ, καθώς και άλλες. Εχει εκφραστεί ανοιχτά από αρθρογραφία στελεχών τέτοιων δυνάμεων η επιδίωξη το ΚΚΕ να ενταχθεί σ' αυτόν τον πόλο, παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στη συγκρότησή του. Ουσιαστικά συνιστά οπορτουνιστική επίθεση φιλίας απέναντι στο Κόμμα, έκκληση το Κόμμα, διατηρώντας τη στρατηγική του, να «γίνει ευέλικτο» ως προς τη γραμμή συγκέντρωσης δυνάμεων, χωρίς να απορρίπτει το ενδεχόμενο μιας «αριστερής» διακυβέρνησης στη βάση ενός «μεταβατικού άμεσου πολιτικού προγράμματος». Αυτές οι θέσεις, με αφετηρία την αποδοχή του ρόλου του ΚΚΕ και με κομμουνιστικές αναφορές, επηρεάζουν δυνάμεις εργαζόμενων που στέκονται φιλικά απέναντι στο ΚΚΕ, που κατά καιρούς το έχουν ψηφίσει ή εμπιστεύονται τη δράση των κομμουνιστών στο συνδικαλιστικό κίνημα, αναγνωρίζουν τη συνέπειά του, τη σταθερότητά του, δεν εμπιστεύονται το ΣΥΡΙΖΑ και τις παλινωδίες του. Οι δυνάμεις ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αξιοποιώντας την κομμουνιστική και αντικαπιταλιστική ρητορική τους, παίζουν ένα ειδικό ρόλο στην άσκηση μιας τέτοιας πίεσης προς το ΚΚΕ. Η υιοθέτηση αυτής της γραμμής ενσωμάτωσης από το ΚΚΕ θα σήμαινε πρακτικά την παραίτηση του ΚΚΕ από τη στρατηγική του, θα είχε ολέθριες συνέπειες για το εργατικό και λαϊκό κίνημα, θα σηματοδοτούσε αρνητικότερες επιπτώσεις από αυτές που έχει η μείωση των εκλογικών του ποσοστών.
Αυτή η ενότητα κλείνει με άρθρο που αναφέρεται στην πορεία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD) και στη μετεξέλιξή του από ένα εργατικό οπορτουνιστικό κόμμα σε κόμμα της αστικής κυβερνητικής εναλλαγής. Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε ουσιαστικά με τη στάση του SPD απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο το 1914 και ολοκληρώθηκε με την κυβερνητική δράση του κατά την περίοδο της λεγόμενης «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης» (1919-1933). Το ιστορικό αυτό παράδειγμα έχει σήμερα ενδιαφέρον από δύο πλευρές.
Η πρώτη αφορά τη δυνατότητα η αστική τάξη να αξιοποιήσει και να στηρίξει πολιτικές δυνάμεις που προέρχονται από το εργατικό κίνημα - και ουσιαστικά προωθούν την πολιτική του συμβιβασμού ανάμεσα στην εργατική τάξη και το κεφάλαιο - εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για την επιβίωση του συστήματος. Ακόμα και αν στην περίπτωση του SPD υπήρξαν αρχικά επιφυλάξεις και έλλειψη εμπιστοσύνης από πλευράς της αστικής τάξης σχετικά με την κυβερνητική αξιοποίησή του, στην πορεία αυτές αμβλύνθηκαν, αφού το SPD «έδωσε εξετάσεις», πρωταγωνιστώντας όχι μόνο στη χειραγώγηση, αλλά και στην καταστολή του εργατικού κινήματος. Αυτή η στάση καπιταλιστικών μηχανισμών - επιφυλάξεων απέναντι σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μη δοκιμασμένων κυβερνητικά, αλλά και αποδοχής τους - εκδηλώθηκε και προς το ΠΑΣΟΚ, όπως δείχνουν αρχεία των επιτελείων των ΗΠΑ. Ανάλογη στάση εκ μέρους ευρωενωσιακών επιτελείων εκφράζεται και σήμερα ως προς το ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger