Κουτσούμπας: Δεν είμαστε υπέρ των συνεργασιών κορυφής
Την διαφωνία του προς την στρατηγική των συνεργασιών εξέφρασε ο Δημήτρης Κουτσούμπας σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ραδιοφωνικό σταθμό «Βήμα FM». Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ τόνισε ότι οι πολιτικές συνεργασίες που οδηγούν στη δημιουργία ενός κόμματος πλήττουν την αυτοτέλεια και επικαλέστηκε το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ.
«Έχουμε καταλήξει σε ένα βασικό συμπέρασμα που ισχύει απόλυτα και σήμερα. Δεν μπορείς να μπαίνεις σε πολιτική συμμαχία και συνεργασία με πολιτικά κόμματα που οδηγούν αυτό το συνασπισμό να μετεξελίσσεται σε ενιαίο κόμμα. Και βεβαίως, εκεί έχεις τη διάλυση του ΚΚΕ που ήταν ο στόχος ο βασικός και δεν είναι κάτι καινούργιο. Αυτό συμβαίνει σε όλα τα κόμματα και δείτε τον τωρινό ΣΥΡΙΖΑ, που ξεκίνησε ως Συνασπισμός των κομμάτων, με συνιστώσες και ξεχωριστά κόμματα που έκαναν μια συνεργασία και μπήκε ξανά το γνωστό ζήτημα: να ενοποιηθούμε, να έχουμε ενιαία άποψη και γραμμή.
Όχι ότι το έχει καταφέρει, αλλά γίνεται ενιαίο κόμμα. Άρα, μπαίνοντας το ΚΚΕ σε έναν τέτοιο συνασπισμό, χάνει την αυτοτέλειά του. Και το συμπέρασμα που βγάλαμε από το 1991, μελετώντας αυτή την πείρα και εξελίσσοντας την άποψη αυτή με το πέρασμα των χρόνων, επιβεβαιώνεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Όχι μόνο κοιτώντας την πολιτική πραγματικότητα, αλλά και τα κόμματα που αποτελούσαν το συνασπισμό αυτό και τώρα τον ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτή την άποψη, το να χάνεις την ιδεολογική πολιτική αυτοτέλεια είναι το ένα κρατούμενο.
Το δεύτερο είναι ότι δίνουμε βάρος, με τις αποφάσεις του 19ου Συνεδρίου, σε αυτό που λέμε «λαϊκή συμμαχία». Συμμαχία ή συνεργασία ή συμπαράταξη πρέπει να γίνει σε επίπεδο κοινωνικών δυνάμεων. Δεν είναι θέμα κορυφής, να καθίσουν να συζητήσουν αρχηγοί και να βρουν ένα, δύο, τρία πράγματα και να συμφωνήσουν σε κάποιες αρχές προγράμματος. Αυτή η συμμαχία, εκτός του ότι έχει κοντά ποδάρια και καμία προοπτική, αναμφίβολα έχει πολλές παρενέργειες που τις πληρώνει το εργατικό κίνημα.
Ο ίδιος ο λαός με τις επιλογές που οδηγούν εκεί, μετατοπιζόμενος συνεχώς σε επιλογές για να βρούμε την κοινή συνισταμένη, την συνιστώσα και την κοινή γλώσσα. Όταν, από την άλλη μεριά, υπάρχουν διαφορές κορυφαίες για κεντρικά πολιτικά ζητήματα και τη φύση του πολιτικού συστήματος που ζούμε – γιατί εμείς λέμε ότι αυτό το σύστημα πλέον έχει φτάσει σε ένα σημείο που σαπίζει συνεχώς και δεν μπορεί να βελτιωθεί πια με επιμέρους μεταρρυθμίσεις.
Άλλα πολιτικά κόμματα μπορεί να το θεωρούν έτσι. Εμείς, σ’ αυτό είμαστε κάθετοι και επιμένουμε ότι έχουμε δίκιο και προσπαθούμε να πείσουμε τον ελληνικό λαό να ακούσει τι του λέει το ΚΚΕ, διότι θα είναι πια πολύ αργά, όταν αυτό συνειδητοποιηθεί. Ακόμα και για τα θέματα της υγείας, των πλειστηριασμών και της παιδείας έχουμε διαφορές. Ακόμα και για ζητήματα της καθημερινότητας έχουμε διαφορές με τέτοιες δυνάμεις. Πόσο μάλλον αν πας σε έναν τέτοιο πολιτικό σχηματισμό και εμείς έχουμε μια τέτοια αντίληψη.
Δεν είναι σωστό ότι δεν έχουμε πολιτική συμμαχιών ή δεν συμμαχούμε. Η πρόταση του ΚΚΕ είναι η πιο πλατιά, λαϊκή πρόταση που απευθύνεται στα λαϊκά στρώματα και τον ελληνικό λαό. Είναι η πρόταση που δεν χωρίζει το λαό σε άνεργους, αγρότες, γυναίκες, αριστερούς και δεξιούς ή κεντρώους, σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Μιλάμε για το λαό και όχι για τα κόμματα, διότι υπάρχουν εκεί διαφοροποιήσεις. Εμείς, βάζουμε τη διαχωριστική γραμμή στο λαό. Πού ταξικά βρίσκεται καθένας. Αν είναι άνεργος ή εργάτης, αν είναι υπάλληλος, έχει κοινά συμφέροντα με τις επιμέρους, βέβαια, διαφορές ανάλογα τον κλάδο και τις διαφοροποιήσεις διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων.
Αλλά ο αντίπαλος είναι κοινός: το σύστημα, το κράτος, η αντιλαϊκή πολιτική. Και βεβαίως, την τάξη που έχει την εξουσία σήμερα, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν είναι το ίδιο ο εφοπλιστής, ο τραπεζίτης, ο μεγαλοβιομήχανος με τον απλό λαό. Εκεί λοιπόν μιλάμε για συνεργασίες στο πλαίσιο του λαού και εκεί πρέπει να δημιουργηθεί η πλατιά συμμαχία. Και θεωρούμε ότι εκεί δεν έχουν ρόλο τα πολιτικά κόμματα.
Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να συμμετέχουν σε τέτοια λαϊκή συμμαχία, στο λαϊκό κίνημα με τον τρόπο που υπάρχει αυτή η φύτρα που εμείς σκεπτόμαστε, η συνεργασία ανάμεσα στα εργατικά κινήματα, του ΠΑΜΕ, των αγροτικών συλλόγων, των επαγγελματοβιοτεχνών, των γυναικών, των φοιτητών και των σπουδαστών και της ΚΝΕ κτλ. Εκεί μέσα θεωρούμε ότι δεν πρέπει να είμαστε ως κόμμα. Να μην είμαστε ως κόμμα. Το ίδιο και για άλλα κόμματα. Εκεί πρέπει να δουλεύει το ΚΚΕ σ’ αυτή τη συμμαχία μέσω των μελών και των φίλων του».
Επίσης ο κ. Κουτσούμπας επανέλαβε την πάγια θέση του κομμουνιστικού κόμματος για αποδέσμευση από την ΕΕ προτείνοντας ένα εναλλακτικό μοντέλο ανάπτυξης για τη χώρα.
«Εμείς είμαστε το μόνο κόμμα που λέμε καθαρά αποδέσμευση από την Ε.Ε. και από το ευρώ, διότι δεν μπορείς να φύγεις από την Ένωση και να συνεχίσεις να είσαι στο ευρώ. Βάζουμε, όμως, κάποιες προϋποθέσεις για να φύγουμε από την Ε.Ε. και το ευρώ και να μη μείνει ο περίγυρος όπως έχει. Να μείνει, δηλαδή, η οικονομία ως έχει και να έχουν την εξουσία οι μονοπωλιακοί όμιλοι. Να έχεις αυτό το αστικό κράτος. Να μην ξεχνάμε ότι αυτό πρέπει να συνδυαστεί με μια εξουσία ή λαϊκή διακυβέρνηση, όπου οι εργαζόμενοι θα είναι στην εξουσία και θα υπάρχει ένας σχεδιασμός. Θα έχεις κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής και τα μονοπώλια.
Γιατί τώρα, τι υπάρχει; Υπάρχει ορυκτός πλούτος και βιομηχανία; Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να συνδυάσεις την οικονομία την ενεργειακή με την οικονομία στη βαριά βιομηχανία και βασικά μέσα παραγωγής, αλλά και να σχεδιάσεις την αγροτική σου οικονομία. Αυτό είναι βασική προϋπόθεση. Αν δεν έχεις αυτή τη λαϊκή εξουσία και διακυβέρνηση με σχεδιασμό, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, δεν θα μπορέσεις να αναπτύξεις την οικονομία. Θα υπάρχουν προβλήματα ισομερειών και κατανομής του ανθρώπινου δυναμικού και προβλήματα στην ίδια τη χώρα. Δεν θα μπορέσεις να τα κάνεις, να σχεδιάσεις επιστημονικά και κεντρικά την οικονομία της χώρας. Είναι το ξεκίνημα για να οικοδομήσεις μια νέα κοινωνία.
Σήμερα δεν υπάρχει πουθενά υπαρκτός σοσιαλισμός. Άρα, αυτό που προτείνουμε εμείς δεν εφαρμόζεται, αλλά την πρόταση που θα κάνει το ΚΚΕ προς το λαό είναι ακριβώς για να αλλάξει αυτήν την κατάσταση».
Τέλος, άσκησε κριτική στην Χρυσή Αυγή, την οποία θεωρεί μια εγκληματική και ναζιστική οργάνωση υπογραμμίζοντας πως η οργή και η αγανάκτηση των πολιτών πρέπει να διοχετευθεί σε μια άλλη κατεύθυνση.
«Η Χρυσή Αυγή είναι μια εγκληματική οργάνωση και ναζιστική οργάνωση που πρέπει να απομονωθεί. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία ανοχή. Υπάρχει σήμερα από την κυβέρνηση και υπήρξε ανοχή που αναπτύχθηκε μέσα από το έδαφος της αντιμετώπισής της με την ιστορία των δύο άκρων και συνεχίζεται αυτό και σήμερα, ώστε να μην μπορεί ο λαός να ξεκαθαρίσει τι ακριβώς οργάνωση είναι αυτή και μένει μόνο σε κάποια συσσίτια και φιλανθρωπίες ή κάποιες κορόνες που πετάει σ’ αυτήν την εποχή που υπάρχει αγανάκτηση.
Υπάρχει ευθύνη σε όσες δυνάμεις ανέχθηκαν τα συνθήματα «να καεί – δεν ξέρω τι – η Βουλή» ή «οι 300 στο Γουδή» που τα επανέλαβαν την περασμένη εβδομάδα στο Σύνταγμα και είναι μια επιφανειακή κριτική που δεν αρκεί. Και τους 300 να πας στο Γουδή, δεν λύνεται το οικονομικό πρόβλημα του λαού που βιώνει ο καθένας. Άρα, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να βγάλουν συμπεράσματα από αυτήν την ιστορία. Η οργή και η αγανάκτηση πρέπει να διοχετευθεί σε προοδευτική, ριζοσπαστική κατεύθυνση. Να ανοίγει δρόμους. Να οδηγεί το λαό σε λύση προβλημάτων.
Η Χρυσή Αυγή είναι ένα τσιράκι του συστήματος. Εμφανίζεται ως αντισυστημικό κόμμα, αλλά δεν πρόκειται για αντισυστημικό κόμμα. Πρόκειται για κόμμα που πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχει αυτό το καπιταλιστικό σύστημα και ο έλεγχος από άνθρωπο σε άνθρωπο και δεν στρέφεται ουσιαστικά εναντίον αυτών που δημιουργούν αυτά τα προβλήματα. Και δεν είμαι βέβαιος ότι λαός από την εργατική τάξη και από αυτά τα στρώματα στρέφεται και ακολουθεί τη Χρυσή Αυγή. Μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο τμήμα του κρατικού μηχανισμού έχει στραφεί προς αυτήν την κατεύθυνση και αντιδραστικοποιείται διαρκώς, γιατί έχει επιπτώσεις και οικονομικές λόγω της κρίσης».
Την διαφωνία του προς την στρατηγική των συνεργασιών εξέφρασε ο Δημήτρης Κουτσούμπας σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ραδιοφωνικό σταθμό «Βήμα FM». Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ τόνισε ότι οι πολιτικές συνεργασίες που οδηγούν στη δημιουργία ενός κόμματος πλήττουν την αυτοτέλεια και επικαλέστηκε το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ.
«Έχουμε καταλήξει σε ένα βασικό συμπέρασμα που ισχύει απόλυτα και σήμερα. Δεν μπορείς να μπαίνεις σε πολιτική συμμαχία και συνεργασία με πολιτικά κόμματα που οδηγούν αυτό το συνασπισμό να μετεξελίσσεται σε ενιαίο κόμμα. Και βεβαίως, εκεί έχεις τη διάλυση του ΚΚΕ που ήταν ο στόχος ο βασικός και δεν είναι κάτι καινούργιο. Αυτό συμβαίνει σε όλα τα κόμματα και δείτε τον τωρινό ΣΥΡΙΖΑ, που ξεκίνησε ως Συνασπισμός των κομμάτων, με συνιστώσες και ξεχωριστά κόμματα που έκαναν μια συνεργασία και μπήκε ξανά το γνωστό ζήτημα: να ενοποιηθούμε, να έχουμε ενιαία άποψη και γραμμή.
Όχι ότι το έχει καταφέρει, αλλά γίνεται ενιαίο κόμμα. Άρα, μπαίνοντας το ΚΚΕ σε έναν τέτοιο συνασπισμό, χάνει την αυτοτέλειά του. Και το συμπέρασμα που βγάλαμε από το 1991, μελετώντας αυτή την πείρα και εξελίσσοντας την άποψη αυτή με το πέρασμα των χρόνων, επιβεβαιώνεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Όχι μόνο κοιτώντας την πολιτική πραγματικότητα, αλλά και τα κόμματα που αποτελούσαν το συνασπισμό αυτό και τώρα τον ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτή την άποψη, το να χάνεις την ιδεολογική πολιτική αυτοτέλεια είναι το ένα κρατούμενο.
Το δεύτερο είναι ότι δίνουμε βάρος, με τις αποφάσεις του 19ου Συνεδρίου, σε αυτό που λέμε «λαϊκή συμμαχία». Συμμαχία ή συνεργασία ή συμπαράταξη πρέπει να γίνει σε επίπεδο κοινωνικών δυνάμεων. Δεν είναι θέμα κορυφής, να καθίσουν να συζητήσουν αρχηγοί και να βρουν ένα, δύο, τρία πράγματα και να συμφωνήσουν σε κάποιες αρχές προγράμματος. Αυτή η συμμαχία, εκτός του ότι έχει κοντά ποδάρια και καμία προοπτική, αναμφίβολα έχει πολλές παρενέργειες που τις πληρώνει το εργατικό κίνημα.
Ο ίδιος ο λαός με τις επιλογές που οδηγούν εκεί, μετατοπιζόμενος συνεχώς σε επιλογές για να βρούμε την κοινή συνισταμένη, την συνιστώσα και την κοινή γλώσσα. Όταν, από την άλλη μεριά, υπάρχουν διαφορές κορυφαίες για κεντρικά πολιτικά ζητήματα και τη φύση του πολιτικού συστήματος που ζούμε – γιατί εμείς λέμε ότι αυτό το σύστημα πλέον έχει φτάσει σε ένα σημείο που σαπίζει συνεχώς και δεν μπορεί να βελτιωθεί πια με επιμέρους μεταρρυθμίσεις.
Άλλα πολιτικά κόμματα μπορεί να το θεωρούν έτσι. Εμείς, σ’ αυτό είμαστε κάθετοι και επιμένουμε ότι έχουμε δίκιο και προσπαθούμε να πείσουμε τον ελληνικό λαό να ακούσει τι του λέει το ΚΚΕ, διότι θα είναι πια πολύ αργά, όταν αυτό συνειδητοποιηθεί. Ακόμα και για τα θέματα της υγείας, των πλειστηριασμών και της παιδείας έχουμε διαφορές. Ακόμα και για ζητήματα της καθημερινότητας έχουμε διαφορές με τέτοιες δυνάμεις. Πόσο μάλλον αν πας σε έναν τέτοιο πολιτικό σχηματισμό και εμείς έχουμε μια τέτοια αντίληψη.
Δεν είναι σωστό ότι δεν έχουμε πολιτική συμμαχιών ή δεν συμμαχούμε. Η πρόταση του ΚΚΕ είναι η πιο πλατιά, λαϊκή πρόταση που απευθύνεται στα λαϊκά στρώματα και τον ελληνικό λαό. Είναι η πρόταση που δεν χωρίζει το λαό σε άνεργους, αγρότες, γυναίκες, αριστερούς και δεξιούς ή κεντρώους, σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Μιλάμε για το λαό και όχι για τα κόμματα, διότι υπάρχουν εκεί διαφοροποιήσεις. Εμείς, βάζουμε τη διαχωριστική γραμμή στο λαό. Πού ταξικά βρίσκεται καθένας. Αν είναι άνεργος ή εργάτης, αν είναι υπάλληλος, έχει κοινά συμφέροντα με τις επιμέρους, βέβαια, διαφορές ανάλογα τον κλάδο και τις διαφοροποιήσεις διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων.
Αλλά ο αντίπαλος είναι κοινός: το σύστημα, το κράτος, η αντιλαϊκή πολιτική. Και βεβαίως, την τάξη που έχει την εξουσία σήμερα, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν είναι το ίδιο ο εφοπλιστής, ο τραπεζίτης, ο μεγαλοβιομήχανος με τον απλό λαό. Εκεί λοιπόν μιλάμε για συνεργασίες στο πλαίσιο του λαού και εκεί πρέπει να δημιουργηθεί η πλατιά συμμαχία. Και θεωρούμε ότι εκεί δεν έχουν ρόλο τα πολιτικά κόμματα.
Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να συμμετέχουν σε τέτοια λαϊκή συμμαχία, στο λαϊκό κίνημα με τον τρόπο που υπάρχει αυτή η φύτρα που εμείς σκεπτόμαστε, η συνεργασία ανάμεσα στα εργατικά κινήματα, του ΠΑΜΕ, των αγροτικών συλλόγων, των επαγγελματοβιοτεχνών, των γυναικών, των φοιτητών και των σπουδαστών και της ΚΝΕ κτλ. Εκεί μέσα θεωρούμε ότι δεν πρέπει να είμαστε ως κόμμα. Να μην είμαστε ως κόμμα. Το ίδιο και για άλλα κόμματα. Εκεί πρέπει να δουλεύει το ΚΚΕ σ’ αυτή τη συμμαχία μέσω των μελών και των φίλων του».
Επίσης ο κ. Κουτσούμπας επανέλαβε την πάγια θέση του κομμουνιστικού κόμματος για αποδέσμευση από την ΕΕ προτείνοντας ένα εναλλακτικό μοντέλο ανάπτυξης για τη χώρα.
«Εμείς είμαστε το μόνο κόμμα που λέμε καθαρά αποδέσμευση από την Ε.Ε. και από το ευρώ, διότι δεν μπορείς να φύγεις από την Ένωση και να συνεχίσεις να είσαι στο ευρώ. Βάζουμε, όμως, κάποιες προϋποθέσεις για να φύγουμε από την Ε.Ε. και το ευρώ και να μη μείνει ο περίγυρος όπως έχει. Να μείνει, δηλαδή, η οικονομία ως έχει και να έχουν την εξουσία οι μονοπωλιακοί όμιλοι. Να έχεις αυτό το αστικό κράτος. Να μην ξεχνάμε ότι αυτό πρέπει να συνδυαστεί με μια εξουσία ή λαϊκή διακυβέρνηση, όπου οι εργαζόμενοι θα είναι στην εξουσία και θα υπάρχει ένας σχεδιασμός. Θα έχεις κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής και τα μονοπώλια.
Γιατί τώρα, τι υπάρχει; Υπάρχει ορυκτός πλούτος και βιομηχανία; Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να συνδυάσεις την οικονομία την ενεργειακή με την οικονομία στη βαριά βιομηχανία και βασικά μέσα παραγωγής, αλλά και να σχεδιάσεις την αγροτική σου οικονομία. Αυτό είναι βασική προϋπόθεση. Αν δεν έχεις αυτή τη λαϊκή εξουσία και διακυβέρνηση με σχεδιασμό, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, δεν θα μπορέσεις να αναπτύξεις την οικονομία. Θα υπάρχουν προβλήματα ισομερειών και κατανομής του ανθρώπινου δυναμικού και προβλήματα στην ίδια τη χώρα. Δεν θα μπορέσεις να τα κάνεις, να σχεδιάσεις επιστημονικά και κεντρικά την οικονομία της χώρας. Είναι το ξεκίνημα για να οικοδομήσεις μια νέα κοινωνία.
Σήμερα δεν υπάρχει πουθενά υπαρκτός σοσιαλισμός. Άρα, αυτό που προτείνουμε εμείς δεν εφαρμόζεται, αλλά την πρόταση που θα κάνει το ΚΚΕ προς το λαό είναι ακριβώς για να αλλάξει αυτήν την κατάσταση».
Τέλος, άσκησε κριτική στην Χρυσή Αυγή, την οποία θεωρεί μια εγκληματική και ναζιστική οργάνωση υπογραμμίζοντας πως η οργή και η αγανάκτηση των πολιτών πρέπει να διοχετευθεί σε μια άλλη κατεύθυνση.
«Η Χρυσή Αυγή είναι μια εγκληματική οργάνωση και ναζιστική οργάνωση που πρέπει να απομονωθεί. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία ανοχή. Υπάρχει σήμερα από την κυβέρνηση και υπήρξε ανοχή που αναπτύχθηκε μέσα από το έδαφος της αντιμετώπισής της με την ιστορία των δύο άκρων και συνεχίζεται αυτό και σήμερα, ώστε να μην μπορεί ο λαός να ξεκαθαρίσει τι ακριβώς οργάνωση είναι αυτή και μένει μόνο σε κάποια συσσίτια και φιλανθρωπίες ή κάποιες κορόνες που πετάει σ’ αυτήν την εποχή που υπάρχει αγανάκτηση.
Υπάρχει ευθύνη σε όσες δυνάμεις ανέχθηκαν τα συνθήματα «να καεί – δεν ξέρω τι – η Βουλή» ή «οι 300 στο Γουδή» που τα επανέλαβαν την περασμένη εβδομάδα στο Σύνταγμα και είναι μια επιφανειακή κριτική που δεν αρκεί. Και τους 300 να πας στο Γουδή, δεν λύνεται το οικονομικό πρόβλημα του λαού που βιώνει ο καθένας. Άρα, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να βγάλουν συμπεράσματα από αυτήν την ιστορία. Η οργή και η αγανάκτηση πρέπει να διοχετευθεί σε προοδευτική, ριζοσπαστική κατεύθυνση. Να ανοίγει δρόμους. Να οδηγεί το λαό σε λύση προβλημάτων.
Η Χρυσή Αυγή είναι ένα τσιράκι του συστήματος. Εμφανίζεται ως αντισυστημικό κόμμα, αλλά δεν πρόκειται για αντισυστημικό κόμμα. Πρόκειται για κόμμα που πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχει αυτό το καπιταλιστικό σύστημα και ο έλεγχος από άνθρωπο σε άνθρωπο και δεν στρέφεται ουσιαστικά εναντίον αυτών που δημιουργούν αυτά τα προβλήματα. Και δεν είμαι βέβαιος ότι λαός από την εργατική τάξη και από αυτά τα στρώματα στρέφεται και ακολουθεί τη Χρυσή Αυγή. Μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο τμήμα του κρατικού μηχανισμού έχει στραφεί προς αυτήν την κατεύθυνση και αντιδραστικοποιείται διαρκώς, γιατί έχει επιπτώσεις και οικονομικές λόγω της κρίσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου