Μικρό ἐγκώμιο...
Σέ ὧρες εὐφρόσυνες καί κατανυκτικές, ἑορταστικές ὧρες καί σημαδεμένες, καθώς ὅριζαν μέ εὐθύνη καί ἱεροπρέπεια τό σύνορο πού μᾶς ὁδηγεῖ στὸν «φωτοποιόν καιρόν τῆς ἐγκρατείας» (Κάθισμα Ὄρθρου Τετάρτης Α΄ Ἑβδομάδος), τέτοιες ὧρες, λοιπόν, ἐπέλεξε ὁ Κύριος καί Δέσποτας τῆς ζωῆς μας νὰ καλέσει σιμά του τή Μητέρα. Γιατὶ ἐκεῖνες τίς στιγμές στὰ Μοναστήρια διαβάζεται ἡ Ἐνάτη Ὥρα καί στή συνέχεια τελεῖται, μέσα σέ κλίμα συγκινήσεως καί θεοφιλίας, ὁ Ἑσπερινός τῆς Συγχωρήσεως.
Ἀσφαλῶς ἡ ἐπώδυνος δοκιμασία της, ἡ ἀπουσία της ἀπό τόν οἰκεῖο της χῶρο, τό πολυφίλητο Παλιό Κλῆμα, τό χωριό της, ἦταν τά ἐπιπρόσθετα στοιχεῖα, πού τῆς χάριζαν τῆς ἐπιστροφῆς τή Νοσταλγία, ἔστω καί νοερά...
Γιατί έκεῖνο πού τήν ἀνάπαυε ἦταν τό «οἰκίας περιβάλλον» (Κ.Π.Καβάφης), τό σπίτι της στό χωρίο, πού δέν το ἐγκατέλειψε, ὅταν ὅλοι μετακομίσανε στό νέο οἰκισμό, ἀλλά παρέμεινε ἐκεῖ, φυλάσσοντας τόν τόπο. Ὅπως οἱ παλιοί οἱ ἀσκητές. Τό γιατί μπορεῖ κανένας νά τό καταλάβει, ὅταν βιώσει γεγονότα καί πρόσωπα τρισόλβια πού πέρασαν ἀπό κείνο τό εὐλογημένο (κάποτε) χωριό. Τό παλιό τό Κλῆμα. Καί δέν ἦταν μόνον αὐτά. Ἦταν καί ὁ παλιός ὀ φοῦρνος τοῦ πατέρα της πού δούλεψε γιά σαράντα περίπου χρόνια, παράγοντας ένα ψωμί ποὺ ἀπόμεινε στὴν ἱστορία, ὥστε ξένα ἔντυπα καί τηλεοπτικά μέσα νά ἀσχοληθοῦν μέ αὐτήν. Ἔτσι ὁ φοῦρνος τῆς Μαγδαληνῆς ἔγινε τό κέντρο ἐνδιαφέροντος στούς ξένους ἐπισκέπτες, πού ἄφησαν παρακαταθήκη καί τίς φωτογραφίες πού συνοδεύουν αὐτό τό κείμενο καί βρίσκονται στό διαδίκτυο.
Κάποτε, σέ χρόνια ἀκμῆς τοῦ χωριοῦ αὐτοῦ ὁ φοῦρνος ἐκεῖνος ἦταν κάτι σάν τό κέντρο τοῦ χωριοῦ. Ἰδιαίτερα τίς χρονιάρες μέρες, τότε πού ζύμωναν τίς ἁγιοβασιλιάτικες καί πασχαλινές κουλοῦρες. Ἤ ὅταν ζύμωναν καί ἔψηναν τά τσουρέκια τοῦ γάμου, τά γλυκά, τίς πίττες τῆς Ἀποκριᾶς καί τῆς Σαρακοστῆς. Ὡστόσο ὁ φοῦρνος ὑπῆρξε καί τό ...στεγνωτήριο τοῦ ρουχισμοῦ τῶν τσοπάνηδων καί κάποιων ἀγροτῶν, σέ καιρό ἄγριου χειμώνα.
Τά χρόνια πέρασαν. Τό χωριό χτυπήθηκε ἀπό τούς σεισμούς, μεταφέρθηκε σέ ἀσφαλῆ τόπο, ξεχάστηκε ἀπό τούς ντόπιους ὁ φοῦρνος καί μόνο οἱ ξένοι τόν ἐπισκέπτονταν ἤ καί λιγοστοί συντοπίτες. Ἡ θειά ἡ Μαγδαληνή παράμενε στή θέση της μέχρι πού κάποια θερινή μέρα κατάλαβε πώς γέρασε πιά, ἄφησε τό φοῦρνο καί παράμεινε, χειμώνα-καλοκαίρι στό χωριό, ὡς ἄλλος φύλακας, ἀφοῦ ὅλοι οἱ κάτοικοι εἶχαν φύγει πιά. Μέχρι τόν Αὔγουστο τοῦ 2011, ὅταν ἀρρώστησε καί βρέθηκε σωματικά ἀλλοῦ. Ὡστόσο ἡ ψυχή της, ἡ σκέψη καί τό εἶναι της ὁλάκερο παρέμεινε στό Κλῆμα. Στό ὁποῖο σεργινᾶ ἀπό τίς 4 περίπου τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, ὅταν ἄφησε τήν ἔσχατη πνοή της τήν ὥρα τοῦ μεσημεριανοῦ τοῦ ὕπνου, ὅπου ὀνειρευόταν... Τί ἄλλο ἀπό τό Κλῆμα, τούς προγόνους, τό φοῦρνο, τή φύση πού σιγά-σιγά ὑποδεχόταν τήν ἄνοιξη μέ τίς ἀμυγδαλιές ν᾿ ἀνθίζουν καί νά εὐωδιάζουν, ὅπως ἡ ὡραία της ψυχή. Λές καί ἡ Μυροφόρος Μαρία ἡ Μαγδαληνή τῆς δώρισε κάποιες ἀπό τίς εὐλογημένες της εὐωδιές...
π.κ.ν.κ 26-2-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου