Συμβολὴ στὴν ἰστορία τῆς Μονῆς τοῦ Ἀγίου Ἰωάννου στὸ Κοτρονάκι
Στὸν φάκελο 517 τῶν Μοναστηριακῶν ἐγγράφων τῶν Γ. Α. Κ σώζεται το παρακάτω προικοσύμφωνο, τὸ ὁποῖο καὶ ἐκδίδω στὴ συνέχεια μὲ τὴν ὀρθογραφία καὶ τὴ στίξη του. Τὸ μόνο ποὺ ἀλλάζω εἶναι τὰ πρωτογράμματα, μετὰ ἀπό τὴν τελεῖα, καὶ τῶν κυρίων ὀνομάτων.
† Εἴς δόξαν Χριστοῦ, ὀθεν εγώ η Γυρακώ του Κοστατη Ζαγουριανοῦ θυγάτηρ/ κε ο ηός μου Γεόργιος πηούμεν συνηκέσιον κατά τους θύους/ κε ἠερους νόμους κε λαμβάνομεν δια γαπρόν μας ηστη θυγατέρα / μου Περμάχου τὸν Γεόργιον του Μαστρουλευθέρη ιυῶν. Εν πρότης επευ/χόμεθα αυτῆς τα πλούσια ελέη του παντοδινάμου Θεου. Δύνομεν δε/κε δια πρίκα της, εν πρότης οσπίτηων ηστην ενορία του αγίου Αθανασί /ου αρματομένον καθός ευρισκεται, αμπέληα τρία, ένα ηστο Καρα/βουτζάκυσμα με το χοράφυων καθός εβρίσκετε πλισίων του Περτάνη/ καθώς πάγη ήσα με την κορυφύν του βουνού. Το ἔτερον ηστο Στάφυλον με /χοραφυ καθώς εβρίσκετε με τές ελυές, πλισήων του Γεώργη Καφετζη/κε της Κοστηνας. Το ἐτερον στω Βρομονέρη με το χωράφη πλισίων του/ Γεόργί Σακυλάριου κε του Μαβραγάνη. Καρούτα μια, βαρέλη ένα/ στρόσες τρίς δίμητες, προσκεφαλάδες ενέα, προσκέφαλα ήκοσι /μεσάληα ἠκοσι, σεντώνηα τρία δίω πανήτηκα κε ένα πορνο/τζίνυ κυλύμη ἔνα παπλομα ένα ψάθα μερσιότηκυ μία/ φουστάνηα ἔξι, τα τρία μεταξοτα κε τρία πουχασένια, πουκάμη/σα ανδρίκυα επτά τα τέσερα μεταξοτα κε τα τρία σιτένηα, γουνά/κυα ἐπτά, γούνες δίω μακρια κε κοντῆ, παπουκλῆ χαρένηου/ἔνα, κοντωγούνη βελούδου ἔνα, κε κοτωγούνη πράσινον ἔνα, τζαπρά/κυα ζυγή μήα με το λορή, τλοπάνη ἔνα, μαγνάδυ ἔνα, μαφέσια/δίω, συνή ἔνα, ταβά ένα, λεγένη ἔνα, χαλκόματα δίω, μεγάλο/κ(αὶ) μηκρο, τηγάνη ἔνα, συτουκυα διω, πυθάρια τρία, ταψά δέκα/ ταυτα κε η ευχυ μας να τους δόσι ο Θεως του Αβραάμ κε Ησαάκ κε Ηα/κώβου τα αγαθα. Αμήν. 1796 Δεκεβρίου 14
Γεόργιος προτώπαπᾶς ὀ γράψας τα άνοθεν.
Ἀρχικὰ πρέπει νὰ σημειώσω ὄτι τὸ παραπάνω προικοσύμφωνο ἔχι συνταχθεῖ καὶ γραφεῖ ἀπό τὸν τότε ἐφημέριο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος παπα-Γεώργιο[1],ὁ ὁποῖος ἔφερε τὸ ὀφίκιο τοῦ πρωτοπαπᾶ[2]. Μάλιστα πρέπει νὰ θυμίσω, πὼς ἡ ἐνορία τοῦ Ἀγίου Ἀθανασίου[3], ποὺ μνημονεύεται στὸ προικοσύμφωνο, βρίσκεται στὸ Κάστρο τῆς Χώρας καὶ γειτονεύει μὲ τὸν Ἅγιο Παντελεήμονα. Ἐξ ἴσου σημαντικὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὄτι ἀρκετὲς λέξεις γράφονται ὅπως ἐκφέρονταν τότε, ἀλλὰ καὶ σήμερα. π. χ. πάγη, ταψά, ταβᾶς, βελούδου, κοτωγούνη.
Ὄσον ἀφορᾶ δὲ τὴν Ὑπερμάχω, τὴν κόρη τῆς Γυρακῶς, κόρης τοῦ Κωνσταντῆ Ζαγοριανοῦ καὶ συζύγου τοῦ Γεωργίου τοῦ Μαστρολευτέρη, αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπό τὴ μοναχὴ Ὑπατία,[4] «τουπίκλην Παριανὴ»[5] ἡ ὁποία μόνασε στὸ μετόχι τῆς Μεγίστης Λαύρας στὴ Σκόπελο, Ἅγιος Ἰωάννης στὸ Κοτρονάκι. Μάλιστα, στὴ μετάνοιά της ἀφιέρωσε καὶ τὸ κτῆμα της ποὺ εἶχε στὸ Στάφυλο[6], τὸ ὁποῖο μνημονεύεται στὸ Προικοσύμφωνο καὶ ὑπάρχει μέχρι σήμερα.
Στὸ Κοτρονάκι ἡ Ὑπατία πῆγε γύρω στὰ 1822, ὄπως ἰσχυρίζεται ἡ ἴδια στὴν ἀπό 23 Δεκεμβρίου 1835 ἀναφορά της στὴν ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κ.λ.π. Βασιλικὴν Γραμματείαν. «Περὶ τὰ 1822, μετὰ ἐπτὰ ἔτη χηρείας μου ἀπεφάσισα νὰ μονάσω…[7]». Εἶναι λοιπόν σίγουρο πὼς τὸν καιρὸ τοῦ Ἀγώνα ἦταν μοναχή. Μάλιστα, φρόντισε καὶ ἀνακαίνισε τὸ μοναστηράκι, σύμφωνα μὲ τὴν κατάσταση ἐσόδων καὶ ἐξόδων, ὤστε νὰ ξοδεέψει «ὅλην τὴν χρηματικὴν αὐτῆς περιουσίαν», σύμφωνα μὲ τὴν 1360/3 Μαρτίου 1831, δηλοποίηση τῆς Δημογεροντίας Σκοπέλου Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν της δὲ ἔγιναν πολλὰ ἔργα στὸ μοναστηράκι, δηλαδὴ «ὕψωσεν τὴν ἐκκλησίαν ἀνακαινίσασα ὅλην τὴν στέγην…ἀνήγειρεν τὸ κρημνισθὲν τεῖχος, ἐπιδιόρθωσεν τὰ ἐν αὐτῶ κελλία, ἀνέσκαψεν φρέαρ», ἀλλὰ καὶ ἔφτιαξε νέο τεμπλο τὰ βημόθυρα τοῦ ὁποίου ἱστόρησαν οἱ Γαλατσάνοι ἁγιογράφοι[8],ὅπως ἐπίσης καὶ τὴν Πρόθεση (Εἰκ.), ἡ ὁποία ἔχει ἀξία δίοτι ἔχουν γραφεῖ διάφορα ὀνόματα, μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Μακαρίου μοναχοῦ, τοῦ θείου τῶν ἐν λόγω ἀγιογράφων.
Αὐτὸ ποὺ ἀξίζει νά σημειωθεῖ ἐδῶ εἶναι τὸ ἑξῆς, πώς σ᾿ ἐκείνη τή δύσκολη συγκυρία μεταφέρθηκε στή Σκόπελο καί τό Ἀρχεῖο τῆς Ἱερᾶς Κονότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, σύμφωνα μέ τήν ἀκόλουθη σημείωση-ἐνθύμηση: "1824 Σεπτεμβρίου 30. Εὗρον τό παρόν ἐνταῦθα εἰς τό Μετόχιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου. (ἐννοεῖ τό "Κοτρωνάκι") Παράτινος ἐφέρθη ἐκεῖθεν οὐκ οἶδα, ἴσως διά τοῦ Χιλανδαρινοῦ Συνεσίου, τοῦ ὄντος Πρωτοεπιστάτου εἰς τόν αὐτόν χρόνον τῆς ἀποστασίας. Ναθαναήλ Προηγούμενος Λαυριώτης"[9]
Ὅμως ὁ μοναχικὸς βίος τῆς Ὑπατίας διῆλθε καὶ ἄλλες δοκιμασίες ἀπό τοὺς λίαπιδες, «ὤστε νὰ κινδινεύση καὶ τιμὴν καὶ ζωὴν διὰ τὴν ὑπεράσπισιν αὐτοῦ», σύμφωνα μὲ τὴ δηλοποίηση τῆς Δημογεροντίας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἐπισκόπου πρὸς τὴ Μονὴ τῆς Λαύρας.
Ἡ Ὑπατία παρέμεινε στὸ Κοτρονάκι, ἀφοῦ ταλαιπωρήθηκε κι ἀπό ἄλλες περιπέτειες, μέχρι τὸ θάνατό της[10].
π. Κων. Ν. Καλλιανός[1] π. Κων. Ν. Καλλιανός, Συμβολὴ στὴν ἱστορία τῶν ἐνοριῶν τῆς νήσου Σκοπέλου. Οἱ ἐνορίες τοῦ Ἀγίου Παντελεήμονος καὶ τῶν Τριῶν Ἰεραρχῶν, περ. Θεσσαλικὸ Ἡμερολόγιο, τ. 52 (2007) 241-256.
[2] Γιὰ τὸ ὀφίκιο τοῦ πρωτοπαπᾶ βλ.Ἰάκωβος Πηλίλης, Ἐπίσκοπος Κατάνης, Τίτλοι, ὀφφίκια, καὶ ἀξιώματα, Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1985, σελ.184-186
[3] Γιὰ τὴν ἐνορία αὐτὴ βλ. π. Κων. Ν. Καλλιανὸς, Συμβολή στὴν ἱστορία τῆς ἐνορίας τοῦ Χριστοῦ στὴ Σκόπελο, περ. Θεσσαλικὸ Ἡμερολόγιο, τ. 55 (2008) 296-310.
[4] Ἀπὸ παραδρομὴ τὴν ἔγραψα σὲ παλιότερη μελέτη μου ὡς Γερβασία, βλ. Ἀρχεῖο νήσου Σκοπέλου, τευχ. Α΄ Ἔγγραφα Συλλογῆς Ἀντιγόνης Βακράτσα, Σκόπελος 1999, σελ. 29
[5] Βλ.Γ. Α. Κ. χφο 190, φ. 60, ἀρ. 621//14 Μαρτίου 1833
[6] Γ.Α. Κ. χφο 188, σελ. 73-74[74-75], ἀρ. 99/30 Σεπτεμβρίου 1830, π. Κων. Ν. Καλλιανός, Τὸ βιβλίο τῶν Πωλητηρίων τοῦ 1830, τοῦ Δημ. Μνήμονος Σκοπέλου, περ. Θεσσαλικὸ Ἡμερολόγιο, τ. 23 (1993), σελ. 243
[7] Στὸ Κοτρονάκι τὴν ἐγκατέστησαν οἱ Λαυριῶτες, Γ. Ναθαναήλ ἀπό τὴ Σκόπελο καὶ ὁ Χατζῆ Παρθένιος , Ἐκκλησιάρχης ,ποὺ τὴν προεχείρισε μεγαλόσχημη
[8] Πρόκειται γιὰ τὴ συνοδεία τοῦ μοναχοῦ Βενιαμὶν ἀπό τὴ Γαλάτιστα, ποὺ ἀπαρτίζονταν ἀπό τὸν ἴδιο καὶ τ᾿ ἀδέλφια του Μακάριο ἱερομόναχο καὶ Θαλάσσιο ἱερέα.π. Κων. Ν. Καλλιανὸς, Ἕνα ἁγιογραφικὸ ἐργαστήριο στὴ Σκόπελο στὰ χρόνια τῆς Ἑλλ. ἐπαναστάσεως, περ. Χρονικὰ τῆς Χαλκιδικῆς, τ. 40-41 (1985-86), 49-68.
[9] Γ. Ἀλέξανδρος Λαυριώτης, Ἔγραφα Ἁγίου Ὄρους τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως (1821-1832), Ἀθῆναι 1966, σελ. 13
http://4skopelos.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου