Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Ο σκοπός της αντιλαϊκής πολιτικής «αγιάζει τα μέσα» επιβολής της


Στο «παράλληλο πρόγραμμα», τη «συνεχή διαπραγμάτευση» αλλά και τα «ισοδύναμα» επικεντρώθηκε η προπαγάνδα κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ τη βδομάδα που πέρασε. Η στόχευση βγάζει μάτι: το κέρδισμα χρόνου θέτοντας το λαό στην αναμονή, με τη μάταιη προσδοκία κάποιας ανακούφισης, έτσι ώστε να «τρέχουν» ανεμπόδιστα τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να ανακάμψει η καπιταλιστική κερδοφορία. Η προσπάθειά τους αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις καθημερινές παρεμβάσεις κυβερνητικών παραγόντων όπως και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος, Ολγα Γεροβασίλη, δήλωσε: «Ενα συνολικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης της χώρας εμπεριέχει και θετικά μέτρα, τα οποία αναμένονται (...) Προαπαιτούμενα, αξιολόγηση, συζήτηση χρέους, ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, αποκατάσταση της σταθερότητας, οικονομικής σταθερότητας (...) Ωστόσο, ξέρετε (...) ότι έχουμε δεχθεί μια συμφωνία το καλοκαίρι. Γιατί; Για να αποτρέψουμε τα χειρότερα και να μπορέσουμε, από εδώ και πέρα, να χτίσουμε και να προστατεύσουμε τους Ελληνες πολίτες ...έχουμε κάνει συμβιβασμό και υποχώρηση, αλλά είναι μια τακτική υποχώρηση, να αποτραπούν τα χειρότερα και να υπάρξει χώρος και χρόνος προκειμένου να επιλύσουμε ζητήματα».

Σε ενιαία γραμμή, η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγγου, δήλωσε την περασμένη Πέμπτη: «Μέσα από πολύ δύσκολες δεσμεύσεις και μέσα σ' ένα ασφυκτικό πλαίσιο, προσπαθούμε να διεκδικήσουμε την εφαρμογή της συμφωνίας, μ' εκείνον τον τρόπο ώστε οι επιπτώσεις να είναι με το λιγότερο δυνατό κοινωνικό κόστος για την πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών».
Ωστόσο, εμμέσως πλην σαφώς, παραδέχτηκε την απάτη της συζήτησης περί «ισοδυνάμων», μιλώντας για «πολύ δύσκολη εξίσωση» το «πώς θα βρεθούν εκείνα τα ισοδύναμα ώστε τα χειρότερα μέτρα, όπως για παράδειγμα ένα απ' αυτά είναι ο ΦΠΑ, να μην εφαρμοστούν». Για το λόγο αυτό, έδωσε έμφαση στα περί «συνεχούς διαπραγμάτευσης», υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση «διαπραγματεύεται τα ανοιχτά ζητήματα της συμφωνίας, γιατί υπάρχουν και ανοιχτά ζητήματα, όπως είναι αυτό των "κόκκινων" δανείων, της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων (...) όπως είναι ανοιχτό και είναι να συζητηθεί μετά την αξιολόγηση το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους». Ανέσυρε ακόμα και το ...ξεχασμένο «παράλληλο πρόγραμμα», υποσχόμενη πως όταν έρθει, θα ανακουφίσει «αυτούς που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση». Στην ερώτηση πότε θα το δούμε αυτό το πρόγραμμα, αρκέστηκε να δηλώσει γενικά και αόριστα «το επόμενο διάστημα», καθώς όπως είπε, «αυτή τη στιγμή το επόμενο βήμα είναι η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης».
Παραδεχόμενη, όμως, υπέρ ποιου συνεχίζει τη διαπραγμάτευση η κυβέρνηση, ανέφερε σε άλλο σημείο της συνέντευξής της: «Υπάρχουν μια σειρά ζητημάτων ανοιχτών, πέρα από τις δεσμεύσεις της συμφωνίας, που με το να κλείσουν υπέρ της ελληνικής πλευράς και υπέρ των Ελλήνων πολιτών, θα δοθούν περαιτέρω ανάσες και για την ανάπτυξη και για την επανεκκίνηση της οικονομίας».
Αυταπάτες κι εκβιασμοί
Η κυβερνητική προσπάθεια να περάσει αβρόχοις ποσί η αντιλαϊκή πολιτική, αν είναι δυνατόν αποσπώντας και τη συναίνεση ή έστω ανοχή του λαού, ξεδιπλώνεται σε τρία επίπεδα.
Στο πρώτο κυριαρχούν οι ισχυρισμοί ότι υπέγραψε και υλοποιεί μια συμφωνία με την οποία δε συμφωνεί σε όλα, ότι έκανε μια υποχώρηση προκειμένου να αποτρέψει τα χειρότερα. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η κυβέρνηση υλοποιεί αυτή τη συμφωνία με θέρμη και αποφασιστικότητα, ενώ οι όποιες ενστάσεις της αφορούν το πόσο «γαλαντόμα» θα στηριχθεί η ανάκαμψη του κεφαλαίου.
Στο δεύτερο επίπεδο προπαγάνδας δεσπόζουν οι ανέξοδες και σκόπιμα θολές υποσχέσεις περί «ισοδυνάμων», «συνεχούς διαπραγμάτευσης» στα ανοιχτά ζητήματα και «παράλληλων προγραμμάτων».
Στο τρίτο οι ωμοί εκβιασμοί που έρχονται να καλύψουν το όποιο κενό έδαφος έμεινε απ' τα προηγούμενα. Κυρίαρχος τέτοιος εκβιασμός είναι αυτός που υπενθυμίζει στο λαό ότι έχει τάχα εγκρίνει με την ψήφο του την εφαρμοζόμενη πολιτική, αλλά κι αυτός που κουνάει στο λαό το δάχτυλο ότι αν το πρόγραμμα αποτύχει, υποδεικνύοντας εμμέσως σαν μία αιτία αποτυχίας τη λαϊκή αντίδραση, τότε θα προκύψουν νέα και μεγαλύτερα αδιέξοδα.
Εγραφε η «Αυγή» την περασμένη βδομάδα: «Ο Αλ. Τσίπρας έκανε λόγο για ένα "τετράμηνο φωτιάς" που βρίσκεται μπροστά μας, αναφερόμενος προφανώς όχι μόνο στα μέτρα που περιλαμβάνονται στα προαπαιτούμενα και στην αξιολόγηση, αλλά και στις ρυθμίσεις που θα γίνουν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την απομείωση του χρέους. Προφανώς, διότι από το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων γι' αυτά τα δύο θέματα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και η επιτυχία ή μη του τρέχοντος προγράμματος, αν δηλαδή η χώρα θα εξέλθει από την κρίση ή σε δυο-τρία χρόνια θα βρεθεί αντιμέτωπη με το αδιέξοδο του 2014».
Το γεγονός ότι είναι πολλά αυτά που διακυβεύονται για το κεφάλαιο και εξαρτώνται απ' την προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων δίχως προσκόμματα, επιβεβαιώνουν και οι παρεμβάσεις αξιωματούχων άλλων κρατών - μελών της ΕΕ, που σιγοντάρουν την κυβερνητική προσπάθεια να καθυποτάξει το λαό στα προτάγματα του κεφαλαίου.
Ακόμα και ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Φ. Ολάντ, «έβαλε ένα χεράκι» κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, δηλώνοντας: «Και ο ελληνικός λαός (...) έδωσε τη συγκατάθεσή του για πολλές θυσίες».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Φ. Β. Σταϊνμάγερ, που δήλωσε επισκεπτόμενος την Αθήνα: «Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας μπορεί με αντοχή, επιμονή και ικανότητα επιβολής, όχι μόνο να εφαρμόσει, αλλά και να επιβάλει τις μεταρρυθμίσεις, με τη δημοκρατική εντολή των τελευταίων εκλογών».
Διαπραγμάτευση για ποιον;
Η κυβερνητική προπαγάνδα πρέπει να απορριφθεί ολοκληρωτικά και κατηγορηματικά απ' το λαό, που τα τελευταία πέντε τουλάχιστον χρόνια έχει ακούσει άπειρες φορές τέτοια ή κάπως παραλλαγμένα προπαγανδιστικά ευφυολογήματα.
Ολες οι κυβερνήσεις που κλήθηκαν να διαχειριστούν την κρίση για λογαριασμό του κεφαλαίου, ισχυρίζονταν ότι διαπραγματεύονται σκληρά για το καλό του λαού. Το αποτέλεσμα κάθε τέτοιας σκληρής διαπραγμάτευσης ήταν πάντα ίδιο: Νέος γύρος επίθεσης σε εργασιακά, ασφαλιστικά δικαιώματα, στο λαϊκό εισόδημα πριν καλά - καλά ολοκληρωθεί ο προηγούμενος. Ετσι και τώρα, η «σκληρή διαπραγμάτευση» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι παραπάνω από βέβαιο ότι θα φέρει νέους φόρους, ιδιωτικοποιήσεις, ανατροπές στο σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, περικοπές σε συντάξεις, μειώσεις μισθών. Ολα αυτά συνοδεύονται και από παρεμβάσεις υπέρ των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, όπως απαλλαγές από πρόστιμα και φόρους.
Δεν ισχυριζόμαστε ότι η κυβέρνηση δε διαπραγματεύεται. Αλλωστε, η διαπραγμάτευση αποτελεί συστατικό μέρος στη διαδικασία της «αξιολόγησης», προκειμένου να αντικαθίστανται τα αντιλαϊκά μέτρα που κρίνεται ότι δεν αποδίδουν με άλλα, εξίσου αντιλαϊκά.
Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται ως εκεί που την παίρνει - στο πλαίσιο των ισχυρών ανταγωνισμών που εκδηλώνονται στη λυκοσυμμαχία της ΕΕ - αλλά για λογαριασμό του ντόπιου κεφαλαίου και των συμφερόντων του. Π.χ. για τους όρους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ή για το αν θα απομειωθεί το χρέος που σώρευσε η πλουτοκρατία, ώστε να εξοικονομηθούν πόροι που θα στηρίξουν την κερδοφορία της. Για τη διαμόρφωση, δηλαδή, περιβάλλοντος που θα ευνοήσει την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, που θα σπρώξει αυτούς ή τους άλλους επιχειρηματικούς ομίλους σε τροχιά κερδοφορίας, στόχο που σκοπίμως παρουσιάζουν σαν ...φιλολαϊκό, όταν για την επίτευξή του ο λαός τσακίζεται και το τσάκισμά του είναι όρος για τη διατήρησή του.
Η αναθέρμανση της καπιταλιστικής οικονομίας θα απαιτήσει σκλήρυνση της αντιλαϊκής πολιτικής. Δε θα αποκατασταθούν μισθοί και συντάξεις, εργασιακές σχέσεις και ασφαλιστικά δικαιώματα. Δε θα ξανανοίξει το μαγαζάκι της γειτονιάς, ούτε ο αγρότης θα ξαναγυρίσει στο χωράφι όταν μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα έχουν απλώσει παντού τα «πλοκάμια» τους. Δεν κατεδαφίζουν την Υγεία, την Παιδεία για να τα ξαναφτιάξουν καλύτερα όταν μπορέσουν. Ούτε πρόκειται να αποζημιωθεί ο λαός για τις γερές αφαιμάξεις που υφίσταται το πορτοφόλι του.
Οσο για το παραμυθάκι των «ισοδυνάμων», δεν αντέχει σε καμία σοβαρή κριτική. Το αν θα αρπάξει απ' τη δεξιά ή την αριστερή τσέπη του εργάτη και του συνταξιούχου, του αγρότη και του αυτοαπασχολούμενου, καμία σημασία δεν έχει. Το αν, δηλαδή, θα τα πάρει απ' την αύξηση του ΦΠΑ στην Εκπαίδευση ή απ' την αύξηση των τελών κυκλοφορίας. Σημασία έχει ότι θα τα πάρει τελικά. Σημασία έχει ότι ο λαός ληστεύεται, ότι το ελάχιστο εισόδημά του μειώνεται κι άλλο και μαζί του εξανεμίζονται και οι ελπίδες για κάλυψη στοιχειωδών αναγκών της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Ο λαός να ελπίζει στη δύναμή του
Οσο για το υποτιθέμενο «παράλληλο πρόγραμμα» μια κουβέντα, μιας και ανασύρθηκε εκ νέου την περασμένη βδομάδα από κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ. Οσοι το κραδαίνουν, κρύβουν απ' το λαό αυτό που με σαφήνεια είχε ξεκαθαρίσει ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας, ότι δηλαδή θα κινείται αυστηρά στο πλαίσιο που ορίζουν οι μνημονιακές συντεταγμένες. Θα «κερνάει» ένα πιάτο φαΐ όσους πεινάνε και μόνο αυτούς, εάν και εφόσον το επιτρέπουν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί.
Σε μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας παραπέμπουν «προγράμματα παράλληλα» του μνημονίου, ενώ σπάει κόκαλα ο κυνισμός όσων τα επικαλούνται, την ίδια στιγμή που με την πολιτική τους σπρώχνουν βαθύτερα το λαό στη φτώχεια και την ανέχεια.
Να μην ελπίζει ο λαός στις διαπραγματεύσεις του πολιτικού προσωπικού του κεφαλαίου, έχει ήδη πείρα αρκετή για να γνωρίζει ότι η έκβασή τους θα τον βρει και πάλι πολλαπλά χαμένο. Να μην προσδοκά σε «ισοδύναμα», όπως εύηχα αποκαλούν οι κυβερνώντες τη ληστεία του με άλλα μέσα απ' αυτά που αρχικά υπολόγιζαν να χρησιμοποιήσουν.
Να αναζητήσει την ελπίδα στη δύναμή του, να ανατρέψει αυτή την πολιτική και την εξουσία που την υπαγορεύει, οργανώνοντας την πάλη του σ' αυτή την κατεύθυνση, με αφετηρία την ανάκτηση απωλειών, την ικανοποίηση των αναγκών του.

Β. Ν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger