Πέμπτη 24 Αυγούστου 2017

βάλαμε πλώρη για τη Σκόπελο Έτριζε όλο το ιστιοπλοϊκό

Το καλοκαίρι του 2012, ένας φίλος μου είχε μόλις πάρει το δίπλωμα οδήγησης ιστιοπλοϊκού. Είπαμε να περάσουμε μια εβδομάδα στις Σποράδες. Μαζευτήκαμε τέσσερα άτομα, νοικιάσαμε σκάφος από τη Νέα Σκιώνη της Χαλκιδικής και βάλαμε πλώρη για τη Σκόπελο. Ήταν Αύγουστος και είχε αρχίσει να φυσά ήδη από την ώρα που βγήκαμε στα ανοιχτά του πρώτο ποδιού. Δεν δώσαμε μεγάλη σημασία, ακούγαμε μουσική και σέρναμε μία χοντρή πετονιά μήπως και πιάσουμε κάνα μεγάλο ψάρι. Βράδιασε κι έμεινα μόνος έξω στο «κατάστρωμα» με τον καπετάνιο, που ήταν ψύχραιμος. Κουνούσε δαιμονισμένα, κλείσαμε τα πανιά και είχαμε μόνο τη μηχανή. Είναι εντυπωσιακό πώς γυάλιζαν τη νύχτα τα κύματα που ανέβαιναν ψηλά κι ύστερα πήγαιναν κάτω χαμηλά, στο βάθος. Ήταν επίσης πολύ τρομακτικό. Δεν βλέπαμε πουθενά στεριά στον ορίζοντα. Το βυθόμετρο είχε πάψει να μετράει βάθος, πολύ απλά γιατί ήμασταν στη μέση του πουθενά. Θαλασσοδερνόμασταν για ώρες. Το σκάφος έτριζε ολόκληρο. Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι δεν δούλευε η οθόνη που δείχνει τη ρότα, παρά μόνο το στίγμα στο GPS. Ο φίλος καπετάνιος κατέβαινε κάθε τόσο στην καμπίνα με τον δεύτερο που ήξερε από θάλασσα και επιβεβαίωναν το στίγμα στον χάρτη, με μολύβι και διαβήτη – δεν ξέρω πώς λέγεται αυτό το ναυτικό όργανο. Φθάσαμε με ακρίβεια στη Σκόπελο. Θυμάμαι ότι λυσσομανούσε ως και μέσα στο λιμάνι. Κατεβήκαμε –σχεδόν πήδηξα στη στεριά– και ένιωθα ότι το τσιμέντο κουνιόταν, ότι θα λιώσει, ότι θα υποχωρήσει και θα βυθιστώ για πάντα εκεί μέσα. 

- Κώστας Κουκουμάκας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Powered By Blogger