
Κύριε Ιησού Χριστέ, η μέρα τούτη που θέλησα να περάσω μαζί Σου, πλησιάζει στο τέρμα της.
Η νύχτα πέφτει σιγά–σιγά. Φάνηκαν ήδη τα πρώτα άστρα.
Μου αποκαλύπτουν την απεραντοσύνη των κόσμων. Μερικές φορές προκαλούν
στη ψυχή μου τη γέννηση ενός ερωτήματος: Είναι δυνατόν μέσα σ’ ένα
τέτοιο και τόσο απέραντο σύμπαν, του οποίου η επιστήμη θαυμάζει την τάξη
και την έκταση, η φτωχή ανθρώπινη ύπαρξη ν’ απολαμβάνει την αδιάκοπη
βοήθεια της θείας δύναμης και την προσοχή της; Δεν πρόκειται εδώ για
έναν ανθρωπομορφισμό, για μια φαντασία καθαρά πρωτόγονη και απλοϊκή;